Ηλέκτρα: Μια εξαιρετική παράσταση που αξίζει να δεις στο Κάστρο Μυτιλήνης



Η τραγωδία «Ηλέκτρα» η οποία παίχτηκε χτες και θα παιχτεί και σήμερα στο κάστρο Μυτιλήνης στα πλαίσια του Λεσβιακού Καλοκαιριού του Δήμου Μυτιλήνης , είναι μια από τις πλέον εξαιρετικές ποιοτικές παραστάσεις που παρακολουθήσαμε στην Λέσβο τα τελευταία χρόνια. 

Η ερμηνεία των ηθοποιών και τα συναισθήματα που σου δημιουργεί η παράσταση είναι μοναδικά, καταφέρνοντας να καθηλώσουν όσους τυχερούς βρεθήκαμε χτες στο Κάστρο Μυτιλήνης. Μια παράσταση που όσοι δεν είχαν χτες την ευκαιρία να την παρακολουθήσουν, ας σπεύσουν απόψε…

Στο πλαίσιο του Λεσβιακού Καλοκαιριού, οι Θεατρικές Επιχειρήσεις Τάγαρη παρουσιάζουν την Κυριακή 21 και τη Δευτέρα 22 Αυγούστου, στο Θέατρο Κάστρου Μυτιλήνης και ώρα 21:30, την ανατρεπτική Ηλέκτρα του Ευριπίδη σε μετάφραση Στρατή Πασχάλη και σκηνοθεσία Γιώργου Λύρα, με την Μαρία Κίτσου και τον Δημήτρη Γκοτσόπουλο στους ρόλους της Ηλέκτρας και του Ορέστη αντίστοιχα. Στον ρόλο του Παιδαγωγού ο Γιώργος Κωνσταντίνου. 

Δραματουργία

Η τραγωδία «Ηλέκτρα» γράφτηκε και διδάχθηκε από τον Ευριπίδη το 413 π.Χ. , δηλαδή πολύ πιο μετά από τα δύο άλλα δράματα με την ίδια υπόθεση, τις «Χοηφόρους» του Αισχύλου (458 π.Χ.) και την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή (ίσως 430 π.Χ.). Μερικοί μελετητές, δίνοντας προτεραιότητα στην προστασία των πλοίων στη Σικελία από τους Διόσκουρους, που αναφέρεται στο τέλος, τοποθετούν την παράσταση της τραγωδίας το 413 π.Χ., χρονιά της σικελικής εκστρατείας των Αθηναίων. Οι μετρικές αναλύσεις όμως, που προβάλλουν πολλοί άλλοι, τη θέλουν προγενέστερη, οπωσδήποτε πριν από τις «Τρωάδες», που διδάχτηκαν το 415 π.Χ. Με βάση το κριτήριο αυτό ο W. Theiler κατέφυγε στη θεωρία του «συρταριού», υποστηρίζοντας ότι η «Ήλεκτρα» γράφτηκε το 419/18, έμεινε στο συρτάρι και παίχτηκε το 413 π.Χ.

Η τραγική φιγούρα της ηρωίδας φαίνεται να έχει καταληφθεί από μένος για εκδίκηση για τους φονιάδες του πατέρας της, Αγαμέμνονα, και τον άδικο διωγμό από το παλάτι της ίδιας και του αδερφού της, Ορέστη.

Ωστόσο, ο Ευριπίδης στην «Ηλέκτρα» του δίνει στους θεατές μια εντελώς διαφορετική οπτική του γνωστού μύθου των Ατρειδών και των βασικών του ηρώων, σε σχέση με τους δύο άλλους τραγικούς ποιητές Σοφοκλή και Αισχύλο. Πολλοί μελετητές συμφωνούν πως η ηρωική, ευγενική και γεμάτη συναισθήματα παραδεδομένη μορφή της Ηλέκτρας στον Ευριπίδη, μετατρέπεται σε μια σκληρή, γεμάτη εκδικητικότητα ύπαρξη. Ο Ορέστης δημιουργεί αμφιβολίες για τον ηρωισμό του, ενώ η Κλυταιμήστρα, σχεδόν, προξενεί συμπάθεια με τη μετριοπαθή στάση της. Ταυτόχρονα, η καινοτομία της ευγενικής φυσιογνωμίας του θυμόσοφου Αυτουργού και η ετοιμόρροπη μορφή του Παιδαγωγού προσγειώνουν ακόμα περισσότερο το κλίμα του έργου προσδίδοντας έναν ρεαλισμό που, περιστασιακά, ευνοεί το μειδίαμα του κοινού και μπορεί να υπονομεύει το τραγικό κλίμα

Υπόθεση

Η Ηλέκτρα, κόρη των Ατρειδών Αγαμέμνονα και Κλυταιμνήστρας, μετά την δολοφονία του πατέρα της ζει ως έκπτωτη βασιλοπούλα, καθώς ο Αίγισθος, ο φονιάς του πατέρα της, την πάντρεψε με έναν φτωχό γεωργό. Ο σύζυγος, καταλαβαίνοντας την αρχοντική καταγωγή της, δεν πλαγιάζει μαζί της στη συζυγική κλίνη σεβόμενος την τιμή της.

Η Ηλέκτρα παρουσιάζεται στο έργο ως η δυστυχισμένη βασιλοπούλα, που εκτιμά μεν τον σύζυγο αλλά αποζητά τον ξενιτεμένο αδερφό της, τον Ορέστη, που ζει εξόριστος και περιπλανάται ανέστιος. Τον έχουν δε επικηρύξει στην αφιλόξενη χώρα, τάζοντας αμοιβή σε όποιον τον δολοφονήσει.

Όταν ο Ορέστης επιστρέφει στις Μυκήνες, μετά το δελφικό χρησμό και συνοδευόμενος από τον Πυλάδη, η Ηλέκτρα δεν τον αναγνωρίζει εξ’ αρχής. Στην πορεία ο αδερφός της αποκαλύπτεται. Την ίδια στιγμή φανερώνεται η ψυχοσύνθεση της Ηλέκτρας, με το εκδικητικό μένος να επικρατεί. Ζητάει την παραδειγματική τιμωρία των ενόχων, του Αίγισθου και της Κλυταιμνήστρας, με το ίδιο νόμισμα.

Ο Ορέστης εκπληρώνει την επιθυμία της αδερφής του σκοτώνοντας τον Αίγισθο και φέρνοντας το άψυχο σώμα μπρος στα πόδια της. Καταφθάνει στο φτωχικό σπίτι, η Κλυταιμνήστρα η οποία δεν γνωρίζει τον χαμό του Αίγισθου. Ο Ορέστης είχε πληροφορήσει την μητέρα του ότι η Ηλέκτρα γέννησε και της ζήτησε να επισκεφτεί την κόρη της.

Ένα ψέμα – καλοστημένη παγίδα. Τα δυο αδέρφια σκοτώνουν την μητέρα τους με άκρατο μίσος και φόβο από την πλευρά του γιου.

Μετά τη δολοφονία της Κλυταιμνήστρας, ο Ορέστης και η Ηλέκτρα κυριαρχούνται από τύψεις. Το αναπάντητο ερώτημα είναι «τι κάναμε;». Ωστόσο, παραδέχονται ότι η ανέντιμη πράξη τους δικαίωσε την ψυχή του πατέρα τους.

Οι Ερινύες επισκέπτονται τον Ορέστη και δεν τον αφήνουν να ησυχάσει. Όμως, ως από μηχανής θεοί, εμφανίζονται οι Διόσκουροι προκειμένου να καταπραΰνουν τον φόβο των τραγικών προσώπων. Στις ενέργειές τους, ο Κάστορας και ο Πολυδεύκης, δίνουν μια τελική λύση: να παντρευτεί η Ηλέκτρα τον Πυλάδη και ο Ορέστης να ταξιδέψει μέχρι την Αθήνα για να δικαστεί από τον Άρειο Πάγο. Αν κριθεί αθώος θα εγκατασταθεί στο Άργος.

Η παράσταση

Το έργο του Ευριπίδη «Ηλέκτρα» είναι ένα πρωτόγονο πορτραίτο χαρακτήρα κι ’ένα άτεχνο ψυχολογικό δράμα. Ταυτόχρονα, είναι μια μεγάλη ποιητική τραγωδία. Ο σκηνοθέτης Γιώργος Λύρας, αντιλήφθηκε ότι ο συγγραφέας δεν ενδιαφέρθηκε να γράψει τη σκηνή της μεταστροφής, επειδή, απλά, δεν ασχολήθηκε με την ψυχική σκιαγράφηση ενός ατόμου, αλλά με τον τραγικό μηχανισμό του σύμπαντος. Η ηρωίδα του τον ενδιέφερε μόνο στα σημεία εκείνα που έρχεται σε άμεση επαφή μ’ αυτόν τον μηχανισμό. Ο Αριστοτέλης ήξερε πολύ καλά τι έλεγε όταν βεβαίωνε ότι η τραγωδία είναι μίμηση «ουκ ανθρώπων αλλά πράξεως».

Άρα, ο Γιώργος Λύρας, με συνεργάτη την Ειρήνη Μουντράκη, αναβίωσε την τραγωδία χωρίς προχειρότητες και υπερβολές, με μια κλιμακούμενη προσπάθεια συναισθηματικής έντασης και με αρκετά ξεκάθαρη εξέλιξη της αφηγηματικής γραμμής, πάνω στα θαυμάσια ελληνικά του βραβευμένου λογοτέχνη και μεταφραστή Στρατή Πασχάλη.

Άφησε την πρωταγωνίστρια του Ευριπίδη αποφασιστική, δολοπλόκα και ψυχοπαθητικά διαταραγμένη προσωπικότητα. Βλέπουμε ότι η Ηλέκτρα ζητάει την κεφαλή των φονιάδων επί πίνακι. Επί της ουσίας, αυτή κατευθύνει τον άβουλο Ορέστη να διαπράξει με αγριότητα τα εγκλήματα.

Την Ηλέκτρα αποδίδει δημιουργικά και με λεπτομερή ακρίβεια ψυχολογικών μεταπτώσεων η Μαρία Κίτσου. Η δυναμική της επί σκηνής, ο τρόπος αποκάλυψης των μύχιων σκέψεων και επιθυμιών, καθώς και η δυνατότητα εναλλαγής στάσεων και θέσεων, κέντρισε το ενδιαφέρον του κοινού και δικαίωσε την επιλογή.

Χαλαρά εμφανίζεται πλάι της ο Ορέστης του Δημήτρη Γκοτσόπουλου. Άνθρωπος αδύναμος, αβέβαιος, τόσο αντιηρωικός, θαρρείς κι είναι σημερινό πρόσωπο που παραπαίει ανάμεσα στο καθήκον, στα αισθήματά του, στη θεϊκή εντολή και στις απαιτήσεις που έχουν οι άλλοι από αυτόν. Ο ηθοποιός, φύσει ευγενικός, προσπαθεί φιλότιμα να σταθεί ισότιμα δίπλα στην αδερφή του, αλλά υποσκελίζεται από τον δυναμισμό της. Κορυφαία δραματική έξαρση η σκηνή της αναγνώρισης των δυο αδερφών.

Η Ιωάννα Μαυρέα αποδίδει επαρκώς τη στυγνότητα και τις τύψεις της Κλυταιμνήστρας, όμως θα ‘πρεπε να τονισθεί και ενδυματολογικά η αντίθεση της αίγλης της προς την κατάπτωση της Ηλέκτρας, καθώς και η απόσταση μεταξύ κόρης και μητέρας που δημιούργησε η απάνθρωπη πράξη.

Πολύ καλός ο Γιώργος Δεπάστας, ως Γεωργός, φτωχός σε υπόσταση αλλά πλούσιος σε συναισθήματα.

Ο αειθαλής Γιώργος Κωνσταντίνου ερμηνεύει τον Γέροντα Παιδαγωγό με το σθένος και την πείρα των χρόνων που μετρά στο θέατρο και στη ζωή.

Αξιόλογες σε ανταποκριτική εκφραστικότητα και αισθητικά συντονισμένες οι κινήσεις του Χορού των έξι γυναικών, που δεν απομονώνεται από τα δρώμενα αλλ’ αλληλοεπιδρά με τα γεγονότα.

Η πλοκή, η χαρακτηρολογία, η εσωτερική δράση, τα ανθρώπινα πάθη, η έξαρση και η πτώση, τα άπειρα ερωτήματα και ο λόγος, απλός σε έκφραση, υψηλός σε προβληματισμό, είναι στοιχεία τεχνικής του Ευριπίδη που έφτασαν στο κοίλο χάρις στην εύληπτη μετάφραση του πολυγραφότατου Στρατή Πασχάλη.

Τα σκηνικά, μια έκταση της ορχήστρας με χωμάτινους ή πέτρινους όγκους και τα κοστούμια σε γήινα χρώματα του Απόλλωνα Παπαθεοχάρη τονίζουν τη λιτή, αλλά κομψή σκευή της Ηλέκτρας, αλλά και τη καθημερινότητα των υπολοίπων ηρώων.

Η μουσική του Αντώνη Παπακωνσταντίνου συνοδεύει ταιριαστά τη σκηνική ένταση.

Επίλογος

Η μελέτη των αρχαίων κειμένων ( ανεξαρτήτως υπογραφής της μετάφρασης) συνιστά τον βασικό οδηγό συντελεστών μιας παράστασης και των θεατών της. Η κατανόηση του λόγου, των βαθύτερων νοημάτων, η γνώση του πολιτικού, κοινωνικού και θρησκευτικού πλαισίου οφείλουν να απασχολήσουν μεγάλο μέρος της προσπάθειας και των δυο πλευρών.

Από εκεί και πέρα, κάθε σκηνοθέτης και οι συνεργάτες του καλούνται να γεμίσουν τα «κενά» με τη φαντασία, το ένστικτο, την ευαισθησία και προπαντός με τη διάθεσή τους να μεταφέρουν ένα αρχαίο κείμενο στο σήμερα. Το πώς ακριβώς θα επιτύχουν τη συνομιλία του παρελθόντος με το παρόν – με τις σύγχρονες πολιτικές, κοινωνικές, καλλιτεχνικές αναζητήσεις – συνιστά το μεγάλο στοίχημα.

Αν αυτό κερδίζεται μετά την αυλαία ή όχι, εξαρτάται από πολλές παραμέτρους. Κάθε ολοκληρωμένη πρόταση κρίνεται με τους όρους που αυτή ανεγείρει: όποια κατεύθυνση και αν επιλέξει, το ζητούμενο παραμένει σταθερά η πειστικότητα και η επείγουσα ζωτικότητα του ιδιαίτερου σύμπαντος που οικοδομεί και προτάσσει. Ενός σύμπαντος σμιλεμένου με παλιά και νέα υλικά, πότε συνταιριασμένα, πότε σε αντίστιξη, όπου ο διάλογος του «τώρα» με τη μεγάλη μυθολογική αφήγηση που μας καθόρισε ως πολιτισμό, έρχεται να φωτίσει εκ νέου την ανθρώπινη κατάσταση: την εμπειρία του να ζεις και να υπάρχεις εναγωνίως, ως άτομο και ως μέλος μιας κοινότητας με συλλογική μνήμη, εν έτει 2022.

Πηγή: Cityportal<br>https://cityportal.gr/eyripidi-ilektra-kritiki-tis-parastasis/