Αποζημίωση στις οικογένειες Σύρου και Αιγυπτίου που πέθαναν από αναθυμιάσεις στο πρώην ΚΥΤ Μοριας


Με δύο αποφάσεις που αποτελούν σταθμό, το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών επιδίκασε αποζημίωση στους συγγενείς ενός Σύρου και ενός Αιγυπτίου, οι οποίοι πέθαναν από εισπνοή μονοξειδίου του άνθρακα τον Ιανουάριο του 2017 στον προσφυγικό καταυλισμό της Μόριας, όταν είχαν ανάψει αυτοσχέδια μαγκάλια στις καλοκαιρινού τύπου σκηνές τους για να προστατευθούν από το δριμύ ψύχος.

Το δικαστήριο αναγνώρισε τις άθλιες συνθήκες που επικρατούσαν στο κέντρο υποδοχής και ταυτοποίησης της Λέσβου και επισήμανε την αδράνεια των αρμοδίων να παρέχουν αξιοπρεπή στέγαση ή επαρκή ενημέρωση στους διαμένοντες για τους κινδύνους που διέτρεχαν. 

Τον Ιανουάριο του 2017, τρεις άνθρωποι πέθαναν στον ύπνο τους στη Μόρια μέσα σε διάστημα μιας εβδομάδας και ακόμη ένας οδηγήθηκε σε μονάδα εντατικής θεραπείας. Ο λόγος ήταν για όλους κοινός: οξεία δηλητηρίαση από εισπνοή μονοξειδίου του άνθρακα.

Δύο θανόντες, ο 20χρονος Αιγύπτιος Αχμέντ Ελγκαμάλ και ο 46χρονος Σύρος Μουσταφά Μουσταφά, διέμεναν στην ίδια σκηνή και έχασαν τη ζωή τους με διαφορά τεσσάρων ημερών, στις 24/1 και 28/1, αντίστοιχα. Οι οικογένειές τους, εκπροσωπούμενες από τη δικηγόρο Σιλίνα Παυλάκη του δικηγορικού γραφείου Παυλάκης – Μόσχος και Συνεργάτες, κατέθεσαν αγωγές κατά του ελληνικού Δημοσίου τον Νοέμβριο του 2018 και τον Ιούλιο του 2019, οι οποίες συνεκδικάστηκαν. Οπως παρουσιάζει αποκλειστικά η «Κ», στις 18 Ιουνίου 2021 το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών δέχτηκε εν μέρει τις δύο αγωγές σε πρώτο βαθμό και υποχρεώνει το ελληνικό Δημόσιο να καταβάλει συνολική αποζημίωση ύψους 85.000 ευρώ στους συγγενείς του Αιγυπτίου και 250.000 ευρώ στην πολυμελή οικογένεια του Σύρου.

Αφόρητο κρύο

Ο Ιανουάριος του 2017 ήταν ένας από τους ψυχρότερους μήνες των τελευταίων 30 ετών. Στη Μυτιλήνη είχε σημειωθεί τότε απόκλιση 2,2 βαθμών Κελσίου στη μέση τιμή θερμοκρασίας και 203% απόκλιση στο μέσο ύψος υετού (κυρίως χιονιού). Στον καταυλισμό της Μόριας, εκτεθειμένοι στο αφόρητο κρύο, πρόσφυγες και μετανάστες προσπαθούσαν να κρατηθούν ζεστοί με κάθε δυνατό τρόπο. Η καύση ξύλων, κλαδιών, πλαστικών και άλλων υλικών σε μαγκάλια στις εισόδους των σκηνών τους ήταν διαδεδομένη πρακτική.

Σε τηλεφωνικές επικοινωνίες που είχε με τους γονείς του, ο Ελγκαμάλ μιλούσε συχνά για το ψύχος. Ελεγε ότι κατά τη διάρκεια της ημέρας, πέρα από τις πολλές στρώσεις ρούχων που φορούσε, έριχνε πάνω του και ένα αδιάβροχο ή τύλιγε στο σώμα του μια κουβέρτα που τους είχαν δώσει στη Μόρια. Τον Ιανουάριο του 2017 έλεγε ότι ταλαιπωρείται από βήχα και πυρετό, φοβόταν ότι θα πέθαινε από το κρύο. 

Στη 1.30 π.μ. της 24ης Ιανουαρίου 2017 έπεσε για ύπνο και δεν ξύπνησε. Σύμφωνα με την καταγραφή του ιατροδικαστή, το θύμα φορούσε μια μπλε μακρυμάνικη μπλούζα, ένα γαλάζιο φανελάκι από μέσα και δύο παντελόνια φόρμας, το ένα πάνω από το άλλο. Εργαστηριακές εξετάσεις έδειξαν ότι το αίμα του περιείχε «ανθρακυλαιμοσφαιρίνη (HbCO, ένωση που σχηματίζεται από το εισπνεόμενο μονοξείδιο του άνθρακα) σε περιεκτικότητα 61%». Σε μεγάλες συγκεντρώσεις το μονοξείδιο του άνθρακα μπορεί να προκαλέσει έντονη υποξία (στέρηση επαρκούς οξυγόνωσης στον οργανισμό) και να οδηγήσει στον θάνατο.

Ο Μουσταφά, συγκάτοικος του Ελγκαμάλ στη σκηνή, ήταν εκείνος που ανακάλυψε το πτώμα του Αιγυπτίου και μάλιστα έδωσε κατάθεση ως μάρτυρας στην Αστυνομία. Τέσσερις ημέρες αργότερα βρήκαν και αυτόν νεκρό, στην ίδια σκηνή, κουλουριασμένο στο ράντζο του. Φορούσε δύο φούτερ, ένα γιλέκο και μια ζακέτα με φερμουάρ στο πάνω μέρος του σώματός του, και στο κάτω μέρος δύο φόρμες πάνω από ένα λαδί παντελόνι. Η ανθρακυλαιμοσφαιρίνη ανιχνεύθηκε στο αίμα του σε ποσοστό 70%.

Οι οικογένειές τους υποστήριξαν στις αγωγές που κατέθεσαν ότι οι ελληνικές Αρχές εξέθεσαν σε κίνδυνο ζωής τους συγγενείς τους, υποβάλλοντάς τους σε απάνθρωπες και εξευτελιστικές συνθήκες διαβίωσης, κατά παράβαση των ισχυουσών διατάξεων και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Ισχυρίστηκαν ακόμη ότι οι αρμόδιες υπηρεσίες παρέλειψαν να τους μεταφέρουν σε στεγαζόμενους ή θερμαινόμενους χώρους ή τουλάχιστον να τους παράσχουν επαρκή και ασφαλή θερμαντικά μέσα.

 

Οι ισχυρισμοί του Δημοσίου και η δικαστική κρίση

Οι νομικοί εκπρόσωποι του ελληνικού Δημοσίου ζήτησαν να απορριφθούν οι αγωγές ως αβάσιμες. Υποστήριξαν ότι οι διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης των δύο θανόντων είχαν ολοκληρωθεί και ότι δεν τελούσαν υπό κράτηση. Ανέφεραν ότι οι δύο άνδρες διέμεναν σε σκηνή στον ελαιώνα εκτός του ΚΥΤ, του οποίου η πληρότητα είχε υπερκεραστεί. Επικαλέστηκαν «συντρέχον πταίσμα» των θανόντων, λέγοντας ότι αφενός εξέθεσαν τον εαυτό τους σε κίνδυνο λαμβάνοντας μέρος στις μεταναστευτικές ροές της επίμαχης περιόδου και αφετέρου ότι θα έπρεπε να γνωρίζουν οι ίδιοι τους κινδύνους που εγκυμονεί μια αυτοσχέδια πυρά. Υποστήριξαν ότι υπήρχε επαρκής ενημέρωσή τους, ότι είχαν διανεμηθεί ενημερωτικά φυλλάδια και είχαν τοποθετηθεί απαγορευτικές πινακίδες για τα μαγκάλια στον καταυλισμό.

Σύμφωνα όμως με το δικαστήριο, τα συγκεκριμένα προειδοποιητικά μηνύματα που επικαλέστηκαν οι εκπρόσωποι του Δημοσίου αποδείχθηκε ότι ήταν μεταγενέστερα των θανάτων. Συγκεκριμένα, ένα από αυτά τα έγγραφα έφερε τον νέο τίτλο του αρμόδιου υπουργείου, το οποίο είχε μετονομαστεί το 2020.

 

Δεν μπορούσαν να φύγουν

Ακόμη κι αν δεν τελούσαν «υπό κράτηση», οι δύο θανόντες δεν είχαν τη δυνατότητα λόγω και της κοινής δήλωσης μεταξύ Ε.Ε. – Τουρκίας να εγκαταλείψουν με νόμιμα μέσα το νησί. Μάλιστα στην περίπτωση ενός εξ αυτών, ακόμη και δύο μήνες μετά την απλή καταγραφή της βούλησής του να ζητήσει άσυλο, δεν προέκυψε να είχε προσδιοριστεί συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα πλήρους καταγραφής της αίτησής του. Το δικαστήριο δεν δέχθηκε τους ισχυρισμούς περί έκτακτης κατάστασης (οι μεγάλες προσφυγικές ροές αφορούσαν το 2015 και το 2016) και ανέφερε ότι τα έντονα καιρικά φαινόμενα, παρά τη δριμύτητά τους, θα έπρεπε να είναι αναμενόμενα κατά την περίοδο του χειμώνα. 

Σύμφωνα με τις δικαστικές αποφάσεις, το πρόχειρο και ακατάλληλο κατάλυμα σκηνής καλοκαιρινού τύπου που είχε δοθεί στους θανόντες, καθώς και μια κουβέρτα, ισοδυναμούν με «περιέλευση σε συνθήκες έσχατης υλικής στέρησης».

Η «Κ» είχε ερευνήσει διεξοδικά το ζήτημα των διαδοχικών θανάτων στη Μόρια, παρουσιάζοντας στοιχεία για τις ζωές των θυμάτων, αλλά και την αδράνεια των αρμόδιων φορέων. Ενδεικτικά, για την περίπτωση του Ελγκαμάλ είχε διαπιστωθεί ότι, αν και οι τοξικολογικές εξετάσεις ήταν έτοιμες από τις 7 Φεβρουαρίου 2017, δέκα μήνες μετά τον θάνατό του δεν είχε ολοκληρωθεί η ιατροδικαστική έκθεση. 

Ο Ελγκαμάλ είχε ξεκινήσει σπουδές διοίκησης επιχειρήσεων σε σχολή της Μανσούρας προτού εγκαταλείψει την πατρίδα του. Ο Μουσταφά ήταν πατέρας έξι παιδιών, ζούσε στο Χαλέπι της Συρίας και εργαζόταν σε βιοτεχνία επίπλων, προτού φύγει από την πατρίδα του λόγω του εμφυλίου. «Το κρύο με τσάκισε», είχε γράψει σε ένα από τα τελευταία μηνύματα προς την αδελφή του, από τον καταυλισμό της Μόριας.

 

Πηγή https://www.kathimerini.gr/

 

Βίντεο της «Κ» το 2017 με την ιστορία του Μουσταφά Μουσταφά λίγους μήνες μετά το θάνατο του: