Σαν σήμερα: Ιστορικό της μάχης του Κλαπάδου Στύψης Λέσβου και η απελευθέρωση της Λέσβου την 8 Δεκεμβρίου 1912


Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ  (8 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ- 8 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1912)- Ιστορικό της μάχης του Κλαπάδου Στύψης Λέσβου

Ιστορικό της μάχης του Κλαπάδου Στύψης Λέσβου

Ο Κλαπάδος είναι εγκαταλειμμένο αγροτικό χωριό στην περιοχή του οποίου έγιναν οι τελευταίες νικηφόρες μάχες των Ελλήνων στρατευμάτων κατά των Τούρκικών, το Δεκέμβριο του 1912 για την απελευθέρωση της Λέσβου. Κοντά στο ξωκλήσι του Αγίου Αλέξανδρου βρίσκονται ερείπια παλαιοχριστιανικού ναού, καθώς και λάρνακα από γκρίζο τραχείτη όπου, πιθανότατα, ενταφιάστηκε ο ασκητής 'Αγιος Αλέξανδρος. 

Ο Κλαπάδος ήταν ένα χωριό, απέναντι σχεδόν από τη Στύψη. Οι κάτοικοί του ήταν οι περισσότεροι Τούρκοι μουσουλμάνοι και οι λιγώτεροι Έλληνες. Γύρω στις 80 τούρκικες οικογένειες. Ήταν όμως όλοι αγάδες, δυνατοί. Είχαν ξεχωριστά νεκροταφεία και ξεχωριστά καφενεία.

Σήμερα σώζονται κάποια ερείπια και κυρίως το χαμάμ που είναι σε καλύτερη κατάσταση. Σπίτια δεν σώζονται. Κάποια ερείπια μόνο μαρτυρούν παλιές δόξες. Οι τελευταίοι Κλαπαδιώτες εγκατέλειψαν το χωριό μετά τον εμφύλιο πόλεμο. Οι Τούρκοι είχαν φύγει προ πολλού εννοείται. Οι Έλληνες εγκαταστάθηκαν στα Δάφια, την Καλλονή και λιγότεροι στη Στύψη. Ωστόσο μέχρι το 1960 είχαν μείνει τρεις οικογένειες στο άδειο πια χωριό. Τις πληροφορίες αυτές μου έδωσε ο Αντώνης Αλετράς, που έχει χωράφια εκεί γύρω.

Στο βιβλίο του Οικονόμου Τάξη "Συνοπτική ιστορία και Τοπογραφία της Λέσβου - έκδοση 2α εν Καίρω του 1909", διαβάζουμε για τον Κλαπάδο δυό γραμμές όλες κι όλες:
"Κλαπάδος: Οθωμανικόν χωρίον έχον οικογενείας περί τας 60 μετά τεμένους και σχολείου παρ' αυτώ".

Περισσότερα για τον Κλαπάδο βρήκα στο βιβλίο του Μύκη Αξιώτη "Περπατώντας τη Λέσβο" τόμος Α' Έκδοση 1992:

"Στις 8 Δεκεμβρίου του 1912, ο στρατιωτικός διοικητής των Τουρκικών στρατευμάτων, ο οποίος είχε στρατοπεδεύσει στο στρατόπεδο του Κλαπάδου με 2000 άνδρες, υπογράφει το πρωτόκολλο παράδοσης. Η παράδοση των όπλων έγινε μέρα μεσημέρι στον Κλαπάδο μέσα στο χωριό. Ήταν η απελευθέρωση του νησιού από τον τουρκικό ζυγό. Εδώ τελειώνει η ιστορία του χωριού. Τα κανόνια κοσμούν το ηρώο της Πέτρας. Το όνομά του συνδέθηκε με την "Μάχη του Κλαπάδου"".
Ωστόσο, ο Μάκης Αξιώτης, πηγαίνοντας πιο πίσω βρήκε και καταγράφει στο βιβλίο του κι άλλα στοιχεία για τον Κλαπάδο.

"Γύρω στα 1640 ο Κλαπάδος είχε δύο εκκλησίες του Αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστού και της Αγίας Παρασκευής. Είχε 15 σπίτια χριστιανών και 15 "αγαρηνών". Ισα - ίσα μοιρασμένος δηλαδή. Το 1850 ο Κλαπάδος κατοικείται μόνο από Τούρκους".

Στο βιβλίο του Σταυράκη Αναγνώστη "Λεσβιάς ωδή 1850" αναφέρεται και η εξής παράδοση:
"Αδεται ότι οι κάτοικοι του Κλαπάδου, Χριστιανοί όντες, δι' υπερβολήν αθλιότητος, παρεδέχθησαν πανδημεί τον Ισλαμισμόν, προ μίας και ημισείας, ή

και επέκεινα εκατονταετηρίδος, ελπίζοντας τρόπον τιμά, ανακούφισιν, δι' αυτού του μέσου, των δεινοπαθειών των. Η αθλιότης αυτών ην τοσούτον μεγάλη, ώστε και παροιμία περί αυτής επεκράτησεν έκτοτε επί της Νήσου. Εις τον Κλαπάδον γνωρίζουν να κατασκευάσωσιν εύμορφα μακαρόνια, αλλ' όμως στερούνται πρώτού ύλης και αλεύρου".

Έμεινε το όνομα σε τούτο το χωριό. Ότι αλλαξοπίοτησε μαζί τους κι ο παπάς. Αυτά βέβαια είναι η άγραφη παράδοση. Το πιο πιθανό ίσως είναι ότι οι Χριστιανοί κάτοικοί του, σιγά - σιγά εγκατέλειψαν το χωριό και εγκαταστάθηκαν αλλού. Όπως εξάλλου και οι Τούρκοι συγκεντρώνονταν στα μεγάλα χωριά που υπήρχε ασφάλεια.

Ο Γ. Αριστείδης στην "Τετραλογία Πανηγυρική 1863" αναφέρει πως τότε ήταν 66 ΟΘωμανικές οικογένειες στον Κλαπάδο.

Ο Οικονόμου Τάξης όπως προαναφέραμε το 1909 (κοντά στην απελευθέρωση) μιλά για 60 οικογένειες Οθωμανών με τζαμί και σχολείο, που το 1912 έχει 25 παιδιά.
Το 1920 ο Κλαπάδος είχε 283 κατοίκους, ενώ το 1928 κατεβαίνει στους 96. Το 1940 αναφέρονται 101 κάτοικοι, προφανώς πρόσφυγες.


ΓΕΝΙΚΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΕΩΣ

Άσκησις «ΚΛΑΠΑΔΟΣ - 80» διευθύνεται υπο της 36 ΔΤΕ και εκτελείται υπό Τακτικού Συγκροτήματος Τάγματος Πεζικού.

ΣΚΟΠΟΣ ΑΣΚΗΣΕΩΣ
-- Η εξάσκησις των Διοικήσεων, των Αξ/κών, του Επιτελείου και τών Στρατευμάτων κατά τον αγώνα υπό συνθήκας συγχρόνου πολέμου.
-- Η συνεργασία του Τάγματος Πεζικού μετά των άλλων Όπλων Ελιγμού και Υποστηρίξεως.
-- Ο εθισμός των Στελεχών και Οπλιτών εις την διαβίωσιν εν εκστρατεία.

ΑΣΚΟΥΜΕΝΑΙ ΜΟΝΑΔΕΣ - ΥΠΟΜΟΝΑΔΕΣ
Τάγμα Πεζικού - Ουλαμός Αρμάτων - Δ/ρία ΜΗΧ. και Πυρ/χία Πεδ. Πυρ/κού.

ΠΕΡΙΟΧΗ ΑΣΚΗΣΕΩΣ
Ο χώρος ΚΑΜΕΝΟΥ ΔΑΣΟΥΣ.

ΕΞΕΛΙΞΙΣ ΑΓΩΝΟΣ
-- Η Άσκησις Περιλαμβάνει εναλλαγήν Αμυντικών και Επιθετικών Επιχειρήσεων.
-- Η φάσις της επιθέσεως θα εκτελεσθή μετά πραγματικών πυρών Βαρέων Πεζικού - Αρμάτων και Πυρ/κού την οποίαν και θα παρακολουθήσετε εκ του παρατηρητηρίου. απεσύρθη 50 χιλ. βορρείως παρά τω χωρίω ΚΛΑΠΑΔΟΣ ένθα υφίστατο Τουρκικόν Στρατόπεδον και τα πέριξ υψώματα ήσαν ωχυρωμένα από της εποχής του Ιταλοτουρκικού πολέμου. Ούτω ο Νομάρχης Εκρεμ Μπέης μετά του Διοικητού Εράκ Μπέη αναγκάσθησαν να παραδώσουν την πόλιν είς τας Ελληνικάς Δυνάμεις.

β. Κυρίως Μάχη ΚΛΑΠΑΔΟΣ

(1) Δυνάμεις Αντιπάλων 

β) Τούρκων

Οι Τούρκοι διέθεταν κατά πληροφορίας 2000 άνδρας είς το παρά το ΚΛΑΠΑΔΟΣ Στρατόπεδον και ελαφρά τμήματα καλύψεως είς τα χωρία ΚΛΕΙΩ -- ΚΑΠΗ -- ΔΑΦΙΑ -- ΦΙΛΙΑ.

(2)  Εξέλιξις της Μάχης

Αι Ελληνικαί Δυνάμεις συγκροτήθησαν είς δύο φάλαγγας, αίτινες εκινήθησαν η μία επί του δρομολογίου ΛΑΜΠΟΥ ΜΥΛΟΙ -- ΚΑΛΛΟΝΗ -- ΚΛΑΠΑΔΟΣ η ετέρα επί του δρομολογίου ΘΕΡΜΗ -- ΠΗΓΗ -- ΑΓ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ -- ΑΡΙΣΒΗ -- ΚΛΑΠΑΔΟΣ Ήραν τας συναντωμένας μικροαντιστάσεως και την νύκτα της 4/5 έλαβον την επαφήν με την τοποθεσίαν ΚΛΑΠΑΔΟΣ. Τα ημέτερα τμήματα μετά 4ήμερον συνεχή αγώνα ήχθησαν την Νύκτα της 7/8 Δεκ. 1912 είς την παρυφήν του χωρίου ΚΛΑΠΑΔΟΣ υποχρεώσαντα ούτω τας Τουρκικάς Δυνάμεις είς παράδοσιν, αίτινες απέστειλαν την αυτήν νύκτα φάκελλον περιέχοντα αίτησιν παραδόσεως την οποίαν είχον υπογράψει άπαντες οι Τούρκοι Αξ/κοί. Κατόπιν τού-του την 8ην ώραν της 8ης Δεκεμβρίου 1912 υπεγράφη το πρωτόκολλον παραδόσεως τών Τουρκικών Δυνάμεων, ήτις συνετελέσθη μέχρι των μεσημβρινών ωρών. Ούτω έληξεν η επιχείρησις διά της οποίας ελευθερώθη η ΛΕΣΒΟΣ και η οποία είχεν συνολικάς απωλείας: Νεκροί: Αξ/κοί 1 -- Οπλίται 16 -- Ναύται: 4 και είς Μοναχός της Μονής Λειμώνος. Τραυματίαι: αξ/κοί 1-- Οπλίται 80.
Η πατρίς εις μνήμην των νεκρών της μάχης και της υπογραφής της απελευθερώσεως της ΛΕΣΒΟΥ ήγειρεν (δαπάναις Πολεμικού Μουσείου) εν έτει 1979 επί του Λόφου ΤΥΡΑΝΝΙΔΙΟΥ κειμένου 800 μ. Β. Μονής Λειμώνος ηρώον και αναστήλωσεν τον οικίσκον κείμενον εις θέσιν ΠΕΤΣΟΦΑ εντός του οποίου υπεγράφη το πρωτόκολον παραδόσεως των Τουρκικών Δυνάμεων και όπου τοποθετήθησαν μαρμάριναι πλάκες επί των οποίων έχουν αναγραφεί άπαντα τα έγγραφα. 

Η ΜΑΧΗ ΚΛΑΠΑΔΟΣ
( ΙΣΤΟΡΙΚΟΝ ΣΗΜΕΙΩΜΑ )

1. ΓΕΝΙΚΑ

  Η νήσος ΛΕΣΒΟΣ από της εποχής των Πελασγών και μέχρι σήμερον κατοικείτο από Έλληνες και είναι Ελληνική. Ανα τους αιώνας περιήρχετο υπό την κυριαρχίαν του εκάστοτε κατακτητού, ως και η υπόλοιπος Ελλάς. Εννέα έτη μετά την άλωσιν της Κωνσταντινουπόλεως ήτοι το 1462 κατελήφθη από τους Τούρκους. Απόπειρα απελευθερώσεως της νήσου το 1821 διά του πυρπολισμού υπό του Παπανικολή ει τον όρμον Ερεσού του Τουρκικού πολεμικού πλοίου «Κινούμενον Όρος» κατεπνίγη εις το αίμα.
Η νήσος ελευθερώθη την 8ην Δεκ. 1912 κατόπιν ωικηφόρου μάχης του Ελληνικού Στρατού μετα του Τουρκικού, ήτις διήρκεσεν επί 4ήμερον και διεξήχθη εις περιοχήν του μικρού χωριού ΚΛΑΠΑΔΟΣ (νύν ερειπωμένου) ευρισκομένου 6 χιλ. βορρείως ΚΑΛΛΟΝΗΣ επί του δρομολογίου πρός ΜΗΘΥΜΝΑ.
Η μάχη αυτή έχει περάσει εις την ιστορίαν, ως Μάχη του «ΚΛΑΠΑΔΟΣ».
Τελικώς διά της συνθήκης της Λωζάνης του 1923 η Τουρκία ανεγνώρισεν την Λέσβον, ως αναπόσπαστον τμήμα της Ελληνικής Επικράτειας.

2. ΜΑΧΗ ΚΛΑΠΑΔΟΣ

α) Τα πρό της Μάχης

(1)  Με την κήρυξιν του Βαλκανικού πολέμου το 1912 μία εκ τών βλέψεων της Ελληνικής Κυβερνήσεως ήτο η απελευθέρωσις των νήσων του Αιγαίου μεταξύ των οποίως συμπεριλαμβάνετο και η ΛΕΣΒΟΣ. Τούτο θα επιχε΄ρείτο μετά την απελευθέρωσιν της Μακεδονίας και Θράκης, ότε θα ήτο δυνατή η διάθεσις τών απαιτουμένων δυνάμεων.
Δύο περιστατικά υποχρέωσαν την Κυβέρνησιν να επισπεύσει την διάθεσιν τμημάτων πρός τον ανωτέρω σκοπόν. Ταύτα ήσαν:
(α) Η παρουσίασις εις τον εν Μούδρω της Λήμνου ευρισκόμενον Ναμαρχον Κουντουριώτην επιτροπή Πλωμαριωτών, αιτήσασα όπλα και διαβεβαιώσασα ότι άμα τη εμφανίσει των Ελληνικών Δυνάμεων άπαντες οι κάτοικοι θα ξεσηκωθούν κατα των Τούρκων και
(β) Αί εκ τού εξωτερικού πληροφορίαι περί επικειμένης ανακωχής και περί ικανοποιήσεως των αξιώσεων της Ελλάδος.
Ούτω τήν 1ην Νοεμβρίου 1912 ελήφθη η απόφασις και διετάχθη η ΙΙ Μερ/ρχία να διαθέση ένα Σύνταγμα Πεζικού και μία Πυροβολαρχία, παραλλήλως δε διετάσσετο η συγκρότησις δυνάμεων όσον το δυνατόν μεγαλυτέρων εκ Ναυτικών αγημάτων και εκ των εμπέδων Αθηνών, πρός άμεσον έναρξιν της επιχειρήσεως δια την απελευθέρωσιν της Λέσβου.

(2) Κατάληψις Μυτιλήνης

(α) Την 7ην ώραν της 8ης Νοεμβρίου 1912 κατέπλευσαν εις τον λιμένα της Μυτιλήνης τα πλοία ΑΒΕΡΩΦ, ΥΔΡΑ, ΣΠΕΤΣΑΙ, ΨΑΡΑ, ΙΕΡΑΞ, ΑΣΠΙΣ, ΚΑΝΑΡΗΣ και ΠΕΛΟΨ μεταφέροντα αγήματα Ναυτικού και εν Τάγμα Πεζικού, άπαντα υπό Ναύμαρχον Παύλον Κουντουρίωτην και την 12.30 ώρα ήρχισεν η αποβίβασις των δυνάμεων.
(β) Ο Τουρκικός Στρατός υπό τον Αβδούλ - Γκανή Μπέη μη δυνάμενος ν' αντιταχθή, αλλά και επιθυμών ως ισχυρίσθη να αποφύγη την αιματοχυσίαν εντός της πόλεως. 

Πηγη stipsi.gr


Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ  (8 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ- 8 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1912)


1.  Η απελευθέρωση της πόλης της Μυτιλήνης και του νοτιοανατολικού τμήματος της Λέσβου 
   Η κήρυξη του Α΄ Βαλκανικού πολέμου (5 Οκτωβρίου 1912) έγινε με αφορμή την άρνηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας να ικανοποιήσει σειρά αιτημάτων που έθεσαν οι κυβερνήσεις της Ελλάδας, της Σερβίας, του Μαυροβουνίου και της Βουλγαρίας, τα οποία αφορούσαν την ισότιμη, εκ μέρους των οθωμανικών αρχών, μεταχείριση των χριστιανών και των μουσουλμάνων, υπηκόων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η αιτία ασφαλώς της κήρυξης του πολέμου ήταν η απελευθέρωση των περιοχών εκείνων, στις οποίες κατοικούσαν ορθόδοξοι χριστιανοί με ελληνική, σερβική και βουλγαρική συνείδηση.  

      Ο Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης, στον οποίο ο Πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος είχε αναθέσει τη διοίκηση του ελληνικού στόλου, σχεδίασε την άμεση κατάληψη των νησιών που βρίσκονταν κοντά στην έξοδο των Δαρδανελλίων. Το πρώτο νησί που  απελευθερώθηκε ήταν η Λήμνος (8 Οκτωβρίου 1912), γιατί ο Ναύαρχος αποσκοπούσε στη χρήση του κόλπου του Μούδρου ως φυσικού αγκυροβολίου του ελληνικού στόλου. Στόχος του ήταν η παρουσία του ελληνικού στόλου στην περιοχή να λειτουργήσει αποτρεπτικά σε μια ενδεχόμενη έξοδο του οθωμανικού στόλου από τα στενά   των Δαρδανελλίων.  Έτσι ο οθωμανικός στόλος εγκλωβίστηκε στα  στενά και τις δύο φορές που επιχείρησε να εξέλθει, υπέστη ισάριθμες ήττες (ναυμαχίες της Έλλης και της Λήμνου). Μετά τη Λήμνο ακολούθησε η κατάληψη από τον ελληνικό στόλο των γειτονικών νησιών  Ίμβρου, Τενέδου, Θάσου και Σαμοθράκης. 

Η Λέσβος και η Χίος, επειδή βρισκόταν αρκετά μακριά από την έξοδο των Δαρδανελλίων, δεν εντάσσονταν άμεσα στα σχέδια του Κουντουριώτη και γι’ αυτό η απελευθέρωσή τους καθυστερούσε. Οι ειδήσεις που κατέφθαναν στη Λέσβο για την απελευθέρωση των γειτονικών της νησιών από τον ελληνικό στόλο, αύξαναν τόσο την αγωνία όσο και την επιθυμία των χριστιανών κατοίκων της για την άμεση απελευθέρωση και του δικού τους νησιού. Έτσι επιτροπή Πλωμαριτών που αποτελούνταν από τους Ιωάννη Πετρέλλη, Γεώργιο Λύτρα, Δ. Τσακίρη και Γεώργιο Τόμπρα ή Πολυχνιάτη επιβιβάστηκε σε πλοιάριο και κατευθύνθηκε  στη Λήμνο, στον κόλπο του Μούδρου, όπου ναυλοχούσε ο ελληνικός στόλος. Εκεί παρέδωσε στο Ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη επιστολή, με την οποία δίνονταν πληροφορίες για τις δυνάμεις των Οθωμανών στη Λέσβο, ενώ παράλληλα η επιτροπή ζήτησε την επίσπευση της απελευθέρωσης του νησιού. 

      Πράγματι, ο ελληνικός στόλος, με το Nαύαρχο Παύλο Κουντουριώτη επικεφαλής, ξεκίνησε από τον κόλπο του Μούδρου το βράδυ της 7ης Νοεμβρίου και αγκυροβόλησε τα ξημερώματα της 8ης Νοεμβρίου 1912 έξω απ’ το λιμάνι της Μυτιλήνης. Ανάμεσα στα ελληνικά πλοία ξεχώριζε με την επιβλητικότητά του η ναυαρχίδα του στόλου, το θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ», για τη ναυπήγηση του οποίου είχαν συμβάλλει με μεγάλα χρηματικά ποσά ο εθνικός ευεργέτης Γεώργιος Αβέρωφ, αλλά και χιλιάδες Ελλήνων του εσωτερικού και του εξωτερικού, αγοράζοντας τα λεγόμενα λαχεία του στόλου, που είχε εκδώσει το ελληνικό Δημόσιο για την ενίσχυση του στόλου. Μετά την επίδοση του τελεσιγράφου του Κουντουριώτη προς τις οθωμανικές αρχές του νησιού, με το οποίο ζητούνταν η άμεση παράδοση της πόλης, πραγματοποιήθηκε  σύσκεψη μεταξύ των οθωμανικών αρχών, των χριστιανών και μουσουλμάνων προυχόντων της Μυτιλήνης. Στη σύσκεψη αυτή, αποφασίστηκε να αποχωρήσουν οι ολιγάριθμες οθωμανικές ένοπλες δυνάμεις στο εσωτερικό  του νησιού και να γίνει αναίμακτα η κατάληψη της Μυτιλήνης, προκειμένου να αποφευχθεί η άσκοπη αιματοχυσία του άοπλου πληθυσμού, του χριστιανικού και του μουσουλμανικού. 

Η αποβίβαση των Ελλήνων πεζοναυτών και ναυτών άρχισε στις 12.30 το μεσημέρι, κάτω απ’ τα ξέφρενα πανηγύρια του κόσμου και έγινε στη λεγόμενη Πετρόσκαλα, που βρισκόταν στη θέση  του σημερινού Τελωνείου. Μετά την παράδοση των οθωμανικών αρχών, όλη η πόλη σημαιοστολίστηκε. Στο μητροπολιτικό ναό του Αγίου Αθανασίου πραγματοποιήθηκε δοξολογία, στην οποία χοροστάτησε  ο Μητροπολίτης Μυτιλήνης Κύριλλος, ο οποίος μαζί με το σύνολο των παρευρισκομένων έψαλε το «Χριστός Ανέστη».

      Αμέσως, με ανακοίνωσή τους οι ελληνικές αρχές κήρυξαν την ένωση του νησιού με την Ελλάδα και διακήρυξαν την ισονομία και την ισοπολιτεία για όλους τους κατοίκους, χριστιανούς και μουσουλμάνους.

      Από τα πρώτα μέτρα της ελληνικής διοίκησης ήταν η έκδοση αναμνηστικής σειράς γραμματοσήμων. Η έκδοση πραγματοποιήθηκε με την επισήμανση των κατασχεθέντων στο ταχυδρομείο οθωμανικών γραμματοσήμων με τη φράση: « Ελληνική Κατοχή Μυτιλήνης». Η λέξη «κατοχή» σηματοδοτούσε την προσωρινότητα της ενσωμάτωσης του νησιού στην Ελλάδα, αφού η διεθνής συνθήκη, με την οποία επικυρώθηκε οριστικά η ενσωμάτωση αυτή, υπογράφηκε 11 χρόνια αργότερα, δηλ. το 1923 (Συνθήκη της Λοζάνης). Διαφορετική ωστόσο ήταν η τύχη των δύο νησιών του Βορειοανατολικού Αιγαίου, δηλ. της Ίμβρου και της Τενέδου, τα οποία η παραπάνω συνθήκη κατακύρωσε οριστικά στην Τουρκία.  

      Στις 10 Νοεμβρίου το οπλιταγωγό Μακεδονία αγκυροβόλησε έξω από το Πλωμάρι και οι πεζοναύτες του αποβιβάστηκαν μέσα στους έξαλλους πανηγυρισμούς των κατοίκων. Ακολούθησε η κατάλυση των οθωμανικών αρχών στην Αγιάσο, στον Πολιχνίτο,  στη Γέρα, ενώ η ελληνική ζώνη κατοχής επεκτάθηκε βόρεια μέχρι τη Θερμή.

2.  Η απελευθέρωση του βορειοανατολικού τμήματος της Λέσβου 

  Ο αριθμός των ελληνικών δυνάμεων που αποβιβάστηκαν, δεν ξεπερνούσε τους 1.600 άνδρες. Επειδή ο οθωμανικός στρατός αριθμούσε 1.500 - 2.000 άνδρες, αποφασίστηκε να μη γίνει η τελική σύγκρουση, πριν φτάσουν ενισχύσεις  σε άνδρες στρατιωτικά μέσα και πολεμοφόδια.
      Όμως, το βόρειο και δυτικό μέρος νησιού θα παραμείνουν κάτω από την τρομοκρατία των Οθωμανών, και κυρίως των ατάκτων ανταρτικών μουσουλμανικών σωμάτων (βασιβουζούκων) που συνέδραμαν το έργο του τακτικού στρατού. Έτσι, βασιβουζούκοι, διάσπαρτοι στις βορειοανατολικές περιοχές του νησιού, λεηλάτησαν το Μεσότοπο, την Αγία Παρασκευή, την Ερεσό και έκαψαν σπίτια στην Πέτρα.

      Όταν στις 8 Νοεμβρίου του 1912 έγινε η αποβίβαση του ελληνικού στρατού στη Μυτιλήνη, αρκετοί χριστιανοί πατριώτες τέθηκαν στη διάθεση του ελληνικού στρατού, ο οποίος και τους εξόπλισε με σκοπό να τους χρησιμοποιήσει ως πολιτοφυλακή στα λεσβιακά χωριά και ως αντίβαρο στα μουσουλμανικά ανταρτικά σώματα. Έτσι, πράξεις τρομοκρατίας κατά του άμαχου πληθυσμού δεν έλειψαν ούτε από τους χριστιανούς, ούτε από τους μουσουλμάνους αντάρτες στις περιοχές της δράσης τους, με αποτέλεσμα η λεσβιακή ύπαιθρος να γνωρίσει στιγμές βαρβαρότητας. Για το λόγο αυτό οι ελληνικές αρχές ζήτησαν τον αφοπλισμό των χριστιανικών ανταρτικών σωμάτων και τιμώρησαν αρκετούς ένοπλους που πρωτοστάτησαν σε επεισόδια εναντίον του άμαχου μουσουλμανικού πληθυσμού. 

Οι οθωμανικές τακτικές στρατιωτικές δυνάμεις είχαν οχυρωθεί στο στρατόπεδό τους στον Κλαπάδο, ένα μουσουλμανικό χωριό που δεν υπάρχει πια σήμερα και βρισκόταν στην ευρύτερη περιφέρεια της Λαφιώνας. Όμως, οι χριστιανοί  κάτοικοι του τουρκοκρατούμενου ακόμα τμήματος του νησιού δεν είχαν καμιά αμφιβολία για την τελική έκβαση της μάχης. Έτσι στον Μόλυβο εξαφανίστηκαν εν ριπή οφθαλμού από τα μαγαζιά το γαλάζιο και λευκό πανί, με αποτέλεσμα οι οθωμανικές αρχές να διενεργήσουν έρευνες σε σπίτια. Επίσης, πλοία του ελληνικού στόλου βομβάρδισαν τα καΐκια στη Σκάλα του Μολύβου, προκειμένου να αποκόψουν την πιθανή επικοινωνία των Οθωμανών με τα απέναντι μικρασιατικά παράλια. 

      Στο μεταξύ ο ελληνικός στρατός είχε ενισχυθεί σημαντικά από 1.500 περίπου άνδρες και πολλούς ντόπιους εθελοντές. Το κύριο σώμα των εθελοντών αποτελούσε η περίφημη Λεσβιακή φάλαγγα, η οποία απαρτιζόταν από 210 Λέσβιους μετανάστες, που είχαν έρθει απ’ την Αμερική, για να βοηθήσουν στην απελευθέρωση της πατρίδας τους. Μετά την άφιξη των πολυπόθητων ενισχύσεων στα τέλη Νοεμβρίου, ο ελληνικός στρατός θα βαδίσει προς το οχυρωμένο στρατόπεδο των Οθωμανών στον Κλαπάδο.

Το οθωμανικό στρατόπεδο του Κλαπάδου δεν θα μπορέσει να αντέξει για πολύ στις επιθετικές ενέργειες του ελληνικού στρατού, που ξεκίνησαν στις 6 Δεκεμβρίου και συνοδευόταν από εύστοχες βολές πυροβολικού. Ο βομβαρδισμός του στρατοπέδου συμπληρώθηκε και από εκπληκτικής ακρίβειας βολές που ρίχνονταν από τα ελληνικά πολεμικά πλοία που βρίσκονταν στα ανοιχτά της Πέτρας. Το πρωτόκολλο παραδόσεως του οθωμανικού στρατού υπογράφηκε το πρωί της 8ης Δεκεμβρίου 1912 στο ύψωμα Πετσοφάς, νοτιοανατολικά του Κλαπάδου. 

      Τις επόμενες μέρες απελευθερώθηκε σταδιακά και το υπόλοιπο τμήμα του νησιού.
      Στην τελική νίκη των ελληνικών όπλων σημαντική ήταν και η συμβολή της Λεσβιακής φάλαγγας. Αλλά και πολλοί άλλοι χριστιανοί της Λέσβου βοήθησαν τον ελληνικό στρατό στην προσπάθειά του να καταβάλει τον οθωμανικό στρατό στον Κλαπάδο, αφού έδωσαν σημαντικές στρατιωτικές πληροφορίες ή χρησίμευσαν ως οδηγοί του.

 Δρ. ΣΤΡΑΤΗΣ I.ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ
Σχολικός Σύμβουλος Φιλολόγων ν. Λέσβου



ΠΡΟΚΗΡΥΞΙΣ

Προς τον λαόν της πόλεως Μυτιλήνης

Αναλαμβάνων τα καθήκοντα του στρατιωτικού και πολιτικού Διοικητού της πόλεως, παραγγέλλω όπως, εντός εικοσιτετραώρου από της τοιχοκολλήσεως της παρούσης προκηρύξεως, άπαντες οι πολίται, ανεξαρτήτως θρησκεύματος και εθνικότητος, καταθέσουν τα όπλα αυτών, οιαδήποτε και αν ώσιν αυτά.

Η παρουσία Ναυτικού Αγήματος του Βασιλικού Ναυτικού της Ελλάδος είναι εγγύησις επαρκής διά την τάξιν.

Επικαλούμαι το εθνικόν φρόνημα των χριστιανών κατοίκων, όπως αποφύγουν πάσαν διένεξιν μετά των Οθωμανών συμπολιτών των. Απαιτώ όπως ό Ελληνικότατος λαός της Μυτιλήνης αποδείξη ότι εμφορείται υπό των εμφύτων ευγε¬νών και μεγαλοψύχων αισθημάτων της φυλής μας.

Υπομιμνήσκω εις πάντας ότι, ευρισκομένης της πόλεως υπό Στρατιωτικήν κατοχήν, θα λειτουργήση ο Στρατιωτικός Νόμος, αμείλικτος κατά παντός διαταράσσοντος την δημοσίαν τάξιν και μη καταθέσαντος τα όπλα εν τη ταχθείση προθεσμία εν τω Διοικητήριω.
Ο Στρατιωτικός και Πολιτικός Διοικητής Μυτιλήνης

Εν Μυτιλήνη τη 8 Νοεμβρίου 1912   
                                                                              Κωνσταντίνος Μελάς


Μπορεί ένα οικοδόμημα να στέκεται αιώνιο όσο αντέχει, όσο η φθορά δεν έχει εισχωρήσει ανάμεσο στις πέτρες του, όσο μπορεί να αντιστέκεται στο σαράκι ή στον άνεμο. Ας  φαίνεται αιώνιο, αιώνια είναι μόνο η φθορά. Η φρίκη της πτώσης, σα ψιλό σύγκρυο, περνά κιόλας τις πέτρες του κι εσύ δεν το νιώθεις. Όταν σημάνει η ώρα και φαγωθούν οι αρμοί που το δένουν, στο πιο μικρό φύσημα της αύρας ή και μονάχα από το δικό του το βάρος, θα πέσει, θα σωριαστεί. 

  Από την ώρα που οι άνθρωποι ξυπνήσαν και είδαν τις σιλουέτες των καραβιών αραγμένες, ανοιχτά, στο φως της αυγής, ως τις 11 πριν από το μεσημέρι περίπου, που η τουρκική φρουρά τραβήχτηκε στο εσωτερικό του νησιού, η αιώνια τάξη του κόσμου της θεια Κατίγκως, αναποδογύρισε μονομιάς. Και δεν υπάρχει πιο συγκλονιστική αλλαγή στη ζωή, παρά του σκλάβου που γίνεται λεύτερος –την ώρα που αντικρίζει τη λευτεριά. 

Εκείνη την Πέμπτη το απόγευμα, οι δρόμοι της Μυτιλήνης ήταν πλημμυρισμένοι χαρτιά, ντεφτέρια, χειρόγραφα κι έντυπα σε αραβική γραφή, από τα λεηλατημένα δημόσια καταστήματα, και πυρομαχικά ήταν σπαρμένα μέσα στα σοκάκια, το υλικό μιας ιστορίας που σκόρπιζε –παίζαν μ’ αυτό τα παιδιά.