Πάνος Πιτσιος: «Είμαι «κατηγορούμενος» για την συνεταιριστική- Θα προσφύγω στο Συμβούλιο της Επικρατείας»


Ανοικτή επιστολή απέστειλε στα ΜΜΕ ο πρόεδρος της Δ.Κ Μυτιλήνης στην οποία αναφέρει τις απόψεις του σχετικά με το κώλυμα υποψηφιότητας του που προέκυψε.

Ο κος Πιτσιος είναι ο μοναδικός εκλεγμένος και υποψήφιος μέχρι στιγμής που ανακοινώνει πως είναι κατηγορούμενος για το σκάνδαλο της Συνεταιριστικής Τράπεζας Λέσβου – Λήμνου..

Στην επιστολή αναφέρει αναλυτικά στο ιστορικό της εμπλοκής, ενώ δηλώνει πως θα προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας, για τη διάγνωση της αντισυνταγματικότητας της παράλογης αυτής ρύθμισης, που πλήττει βάναυσα την προσωπικότητά του

Αναλυτικά η επιστολή:

ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΕΔΡΟΥ Δ/Κ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ  ΠΑΝΟΥ ΜΙΧ. ΠΙΤΣΙΟΥ

Μυτιλήνη, 27 Μαρτίου 2019

Αγαπητοί φίλοι συνδημότες,

Τις τελευταίες ημέρες κυκλοφορεί έντονα η φημολογία, τόσο στα ηλεκτρονικά και στα έντυπα Μ.Μ.Ε. της Λέσβου, όσο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σχετικά με την κυοφορούμενη τοποθέτηση σε “αργία”, όσων αιρετών “εμπλέκονται” ως κατηγορούμενοι με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, στην υπόθεση του περιβόητου σκανδάλου της Συνεταιριστικής Τράπεζας Λέσβου – Λήμνου.

Ενός σκανδάλου που επικρέμεται επί 15 συνεχή χρόνια και αναφέρεται βέβαια στην εξόφληση ακάλυπτων επιταγών από τα διαθέσιμα κεφάλαια της Τράπεζας και στην εν συνεχεία μετατροπή τους σε δάνεια, χωρίς τις απαραίτητες διασφαλίσεις υπέρ αυτής. Ενός σκανδάλου, που περιλαμβάνει οικονομικά εγκλήματα, για τα οποία οι δημότες του τόπου μας, έχουν γίνει κοινωνοί από την πρώτη στιγμή (το 2005) που αυτό αποκαλύφθηκε, χωρίς ωστόσο ακόμη να έχει αποδοθεί δικαιοσύνη και να έχει ξεχωρίσει “η ήρα από το στάρι”.

Ο τόπος μας είναι μικρός και όλοι είμαστε γνωστοί, καθώς και ο βίος και η πολιτεία ενός εκάστου εξ’ ημών. Προσωπικά, που εκτίθεμαι στην κρίση του εκλογικού σώματος και κατέχω δημόσια θέση ευθύνης, ούτε μπορώ, ούτε πιο πολύ θέλω, να αποκρύψω το παραμικρό, πόσο μάλλον όταν όλα είναι από το 2005 στο φως της δημοσιότητας, παρά το γεγονός ότι η δικονομική δεοντολογία απαιτεί την απόλυτη “δημόσια σιωπή”, όταν μία υπόθεση έχει λάβει την οδό του δικαστηρίου.

Τηρώντας την παραπάνω αρχή, δεν μπορώ να υπεισέλθω σε λεπτομέρειες για το ρόλο που διαδραμάτισε ο καθένας στην υπόθεση αυτή, αν και όλα είναι πασίγνωστα στην τοπική κοινωνία εδώ και 15 χρόνια. Το μόνο που οφείλω να αναφέρω αυτή τη στιγμή, αναφορικά με την υπό δικαστική διερεύνηση υπόθεση, είναι αυτό που άπαντες γνωρίζουν και ιδίως οι χιλιάδες μεριδιούχοι της Τράπεζας (έχει δε δημοσιοποιηθεί  πολλάκις στο παρελθόν): «Ως ένα απλό μέλος του Δ.Σ. της τότε περιόδου, είμαι ένας εξ’ αυτών, οι οποίοι μόλις αντιληφθήκαμε τις παράτυπες πράξεις, που εν αγνοία μας και πίσω από την πλάτη μας συνέβαιναν στην Τράπεζα, αντιδράσαμε άμεσα και τις “αποκαλύψαμε” στις αρμόδιες ελεγκτικές αρχές».

Αν και όπως έχει δημοσιοποιηθεί ονομαστικά από νομικούς συμβούλους των μεριδιούχων, τα απλά αυτά μέλη του τότε Δ.Σ. που αποκάλυψαν το σκάνδαλο και συνεργάστηκαν με τις ελεγκτικές αρχές, θα έπρεπε να είναι “μάρτυρες κατηγορίας”, εν τούτοις για λόγους δικονομικού τύπου, συμπεριλαμβάνονται στον μακρύ κατάλογο των παραπεφθέντων σε δίκη. Αυτό το γνωρίζουν οι πάντες από πολλών ετών, όπως εγώ γνωρίζοντας άριστα το ρόλο μου σ’ αυτή την υπόθεση, προεξοφλώ χωρίς ουδεμία επιφύλαξη, την αναμενόμενη αθώωση μου.   
  
Επί της προκείμενης πλευράς του ζητήματος, σημειώνω ότι ο νομικός μας πολιτισμός, αναγνωρίζει το τεκμήριο της αθωότητας του κατηγορουμένου, έως την έκδοση τελεσίδικης δικαστικής απόφασης. Η παραπομπή σε μία δίκη από τη μία και η εφαρμογή της διάταξης τοποθέτησης σε “αργία” ενός εκλεγμένου αιρετού από την άλλη, είναι δύο εντελώς διακριτά θέματα και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζονται. Η “παύση” αυτή, ουσιαστικά παραπέμπει σε ποινή στέρησης ενός εκ των θεμελιωδών πολιτικών δικαιωμάτων του πολίτη, του “εκλέγειν και του εκλέγεσθαι”, την οποία ΜΟΝΟ Δικαστήριο πρέπει να επιβάλλει.  

Μπορεί ο νόμος να το προβλέπει, αλλά και οι νόμοι κρίνονται. Άλλωστε η Δικαιοσύνη κατά Κωνσταντίνο Τσάτσο και όχι μόνο, δεν πηγάζει από την αυτόματη εφαρμογή κάποιων νομικών διατάξεων, αλλά από την κατά περίπτωση λήψη και εφαρμογή των αποφάσεων, όπως αυτές πηγάζουν από τη συνείδηση του Δικαστή και μόνο. Γι αυτόν ακριβώς το λόγο, οι Λατίνοι αναφερόμενοι στην ανάγκη ύπαρξης και κυριαρχίας των νόμων σε μία ευνομούμενη Πολιτεία Δικαίου, έλεγαν το περίφημο “dura lex, sed lex” (“ο νόμος, είναι νόμος”, σε ελεύθερη ελληνική ερμηνεία), προσθέτοντας ωστόσο για την άριστη απονομή της Δικαιοσύνης, ότι η εφαρμογή αυτών των νόμων, πρέπει να βασίζεται στην αρχή “summum jus, summa injuria” (“η υπερβολική δικαιοσύνη, καταλήγει σε υπερβολική αδικία”).

Θεωρώ αυτονόητο, ότι λόγω ανεπανόρθωτης ηθικής βλάβης που υφίσταμαι πριν τελεσιδικίσει η υπόθεση της Συνεταιριστικής Τράπεζας Λέσβου – Λήμνου στα δικαστήρια, θα προσφύγω στο Συμβούλιο της Επικρατείας, για τη διάγνωση της αντισυνταγματικότητας της παράλογης αυτής ρύθμισης, που πλήττει βάναυσα την προσωπικότητά μου (η μεταγενέστερη ενδεχόμενη αθώωσή μου, ουδεμία πρακτική αξία θα έχει, δοθέντος ότι το ποινικό δικαστήριο για την υπόθεση αυτή, θα πραγματοποιηθεί μετά τη λήξη της θητείας μου).  

Όπως θεωρώ αυτονόητο, ότι οι δημοτικοί άρχοντες ενός τόπου, κρίνονται μόνο από τους δημότες και από κανέναν άλλον, στα θέματα που αφορούν την τοπική αυτοδιοίκηση. Και αυτό θα συμβεί οσονούπω !!!

Μετά τιμής,
ΠΑΝΟΣ ΜΙΧ. ΠΙΤΣΙΟΣ

Πρόεδρος Δ/Κ Μυτιλήνης