Κατοχύρωση εμπορικού σήματος

Κατοχύρωση εμπορικού σήματος:


*Το πρώτο κλειδί για την επιτυχία μίας επιχείρησης.
*Επώνυμη Επιχείρηση: Το κλειδί της επιτυχίας
*Επωνυμία: Το βασικότερο κεφάλαιο μιας επιχείρησης
*Η πρώτη κίνηση πριν ιδρύσετε την επιχείρησή σας

Η επωνυμία είναι η πρώτη εντύπωση που εισπράττει ένας καταναλωτής από μία εταιρεία και επειδή η πρώτη εντύπωση πάντα μετράει και καθορίζει επί της ουσίας και την εικόνα που ένας καταναλωτής έχει για την επιχείρηση και για τις υπηρεσίες που αυτή προσφέρει, χρήζει ιδιαίτερης προσοχής η διαμόρφωσή της και η επιλογή της. Δεν είναι λοιπόν καθόλου τυχαίο, γιατί μία σειρά από τις πιο επιτυχημένες επιχειρήσεις που βρίσκονται πρώτες στη λίστα του “Fortune” πληρώνουν αδρά για μία δυνατή επωνυμία.

Η επιλογή ενός ονόματος μίας επιχείρησης είναι πολύ κρίσιμη. Υπάρχουν μία σειρά από λάθη στην επιλογή μίας επωνυμίας που μία επιχείρηση πρέπει να αποφύγει.

Πρώτο και βασικότερο, η επωνυμία δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να είναι περιγραφική, δηλ. δεν πρέπει να περιγράφει τη συγκεκριμένη υπηρεσία που προσφέρει η επιχείρηση. Μια τέτοια επιλογή καθιστά το όνομα αόριστο, άνευ ουσίας που σίγουρα ξεχνιέται εύκολα. Λόγου χάρη η κατοχύρωση ως εμπορικού σήματος της λέξης “Safety” από επιχείρηση που ασχολείται με την πώληση αντιπυρικών γαντιών δεν αποτελεί εύστοχη επιλογή της τελευταίας, η οποία σίγουρα δεν προσπάθησε πολύ για να μην καταντήσει το όνομά της μία γενικότητα, ούτε το εμπορικό σήμα αυτό δίνει κάποια επιπλέον πληροφορία στους καταναλωτές πέραν αυτής που ήδη γνωρίζουν.
Ακόμη, το όνομα μίας επιχείρησης θα πρέπει να έχει διακριτική δύναμη και να μην είναι αόριστo. Δηλ. θα πρέπει να εντυπώνεται αμέσως στη συνείδηση του καταναλωτή, ο οποίος θα πρέπει να το θυμάται εύκολα, να το αναγνωρίζει και να το ξεχωρίζει ανάμεσα σε πολλά άλλα. Η χρήση λόγου χάρη της γενικόλογης επωνυμίας «Συμβουλευτική Ελλάς» είναι παντελώς άστοχη, που αναντίρρητα εν τέλει παραπέμπει σε αόριστες δουλειές. Διότι σε τι εν τέλει διαφοροποιείται η επιχείρηση αυτή από μία άλλη επώνυμη επιχείρηση που παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες; Όταν το όνομα καταντά μία γενικότητα, εν τέλει δεν δίνει καμία αξιόλογη πληροφόρηση και δεν επιτελεί τον πρωταρχικό ρόλο που καλείται να επιτελέσει: αυτόν της διάκρισης ή αλλιώς της ανταγωνιστικής τοποθέτησης.

Τέλος,  η επιλογή ενός στείρου αρκτικόλεξου ως εμπορικού σήματος μίας επιχείρησης είναι ισόποσα άστοχη τις περισσότερες φορές, αφού σπάνια ο μέσος καταναλωτής δύναται να το θυμηθεί και αυτό είναι κάτι που οφείλεται στη φύση του. Τα αρκτικόλεξα δεν μένουν στη μνήμη του καταναλωτή και δικαίως, αφού δεν υπόσχονται κάτι, δεν μεταδίδουν κάποια σαφή και αξιόλογη πληροφορία και δεν είναι «προσιτά». Είναι παγερά, δεν κρύβουν ζεστασιά ή ανθρωπιά και δείχνουν έλλειψη έμπνευσης της επιχείρησης, η οποία απλά δεν επένδυσε πολύ χρόνο και φαιά ουσία στην επιλογή της επωνυμίας της.



Το μυστικό της επιτυχίας

Ποιο είναι όμως τελικά το μυστικό που κρύβεται πίσω από ένα επιτυχημένο εμπορικό σήμα; Η επιτυχία πίσω από ένα σήμα είναι πολυπαραγοντική. Όλες οι λεπτομέρειες παίζουν το ρόλο τους και επιτελούν τον ίδιο σκοπό: δίνουν κύρος, επισημότητα, βοηθούν στον ανταγωνισμό και δίνουν μία αξιόλογη πληροφόρηση σχετικά με την επιχείρηση. Λόγου χάρη η επιλογή του κόκκινου χρώματος ενός σήματος  για χώρο εστίασης είναι άκρως επιτυχημένη, καθώς το κόκκινο χρώμα δημιουργεί εγρήγορση στους παλμούς της καρδιάς και ανεβάζει την πίεση, ενώ δείχνει να ενεργοποιεί την όρεξη. Επίσης η προσθήκη λέξεων τύπου “lab” δίνουν στις παρεχόμενες υπηρεσίες μίας επιχείρησης έναν επιστημονικό χαρακτήρα, που ποντάρει στην ακρίβεια και στη λεπτομέρεια, εφόσον βέβαια δεν αποτελούν όντως εργαστηριακές υπηρεσίες..  

Συνοψίζοντας, μία επώνυμη επιχείρηση δύσκολα την ανταγωνίζεσαι με επιτυχία. Διότι στη φαρέτρα της έχει μία δυνατή ασπίδα, το όνομά της, το οποίο εγγυάται για την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών της επιχείρησης και -γιατί όχι- για την υποστήριξη μετά την πώληση. Αυτή επί της ουσίας είναι η πεμπτουσία μίας καλής επωνυμίας: η εγγύηση ή αλλιώς η υπόσχεση. Για το τι; Για το πιο σημαντικό:  μία επώνυμη επιχείρηση δίνει υπόσχεση ότι ο εν δυνάμει καταναλωτής δεν θα τρέχει πανικόβλητος να βρει το δίκαιο του, δίνει εγγύηση ότι η παρεχόμενη υπηρεσία είναι καλή και ποιοτική.

Ποιο είναι όμως το επόμενο βήμα μετά την εύρεση μίας δυνατής επωνυμίας; Η περιφρούρησή της μέσω της διαδικασίας κατοχύρωσης εμπορικού σήματος.  Διότι εν τέλει είναι άσκοπη η οιαδήποτε επένδυση μίας επιχείρησης σε μία επωνυμία μέσω διαφήμισης, μέσω κοινωνικής δικτύωσης είτε μέσω καλής και άμεσης εξυπηρέτησης, όταν προηγουμένως δεν έχει καταστεί αποκλειστική δικαιούχος του ονόματος αυτού. Για να επιτευχθεί το τελευταίο, μία επιχείρηση πρέπει να χαρίσει στο σήμα της πανελλαδική, ευρωπαϊκή ή διεθνή προστασία ανάλογα με τον οικείο κύκλο συναλλαγών της. Η κατοχύρωση του εμπορικού σήματος την προστατεύει έναντι των ανταγωνιστών, οι οποίοι είναι πάντα έτοιμοι προς παραποίηση/απομίμηση του ονόματός της και την εφοδιάζει με ένα άυλο περιουσιακό αγαθό, το οποίο εν τέλει είναι εμπορεύσιμο και πολύτιμο.

Κατοχύρωση εθνικού εμπορικού σήματος

Σε περίπτωση πανελλαδικής κατοχύρωσης, η κατοχύρωση εθνικού εμπορικού σήματος πραγματοποιείται με την καταχώριση σχετικής δήλωσης ενώπιον της Διεύθυνσης Εμπορικής και Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (Υπηρεσία Σημάτων) του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης & Τουρισμού και σχετική λήψη αριθμού, ημερομηνίας και ώρας κατάθεσης σήματος. Με τον τρόπο αυτό η αιτούσα επιχείρηση κατοχυρώνει χρονική προτεραιότητα ως προς το σήμα της, την οποία θα επικαλεστεί σε οιαδήποτε μεταγενέστερη πιθανή αντιδικία με ανταγωνιστή της.
Στη συνέχεια τον έλεγχο της δήλωσης αναλαμβάνει αρμόδιος εξεταστής, ο οποίος αφού εξετάσει λεπτομερώς κατά πόσον πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις αποδοχής της, κάνει δεκτή την εν λόγω δήλωση με δημοσίευση σχετικής αποφάσεως στην επίσημη ιστοσελίδα της Υπηρεσίας Σημάτων. Εάν αντιθέτως διαπιστώσει ελλείψεις ή παρατυπίες, ενημερώνει την επιχείρηση για τις αντιρρήσεις του και η επιχείρηση δύναται να υποβάλλει παρατηρήσεις επί των ως άνω αντιρρήσεων εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών.

Αφ’ ης στιγμής η δήλωση γίνει αποδεκτή, τυχόν αντιρρήσεις από τρίτα μέρη μπορεί να εγερθούν με τη μορφή ανακοπής ενώπιον της Διοικητικής Επιτροπής Σημάτων εντός τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση της αποφάσεως του εξεταστή, ενώ κατά απορριπτικής απόφασης επί ανακοπής προβλέπεται το ένδικο βοήθημα της προσφυγής εντός εξήντα (60) ημερών από τη δημοσίευση της απορριπτικής αποφάσεως. Παράλληλα, στο δικαιούχο σήματος παρέχεται η δυνατότητα προσφυγής ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων κατά τις διατάξεις του αθέμιτου ανταγωνισμού και του νόμου περί σημάτων, προς άρση της προσβολής ήδη κατοχυρωμένου σήματος από τρίτον και παράλειψή της στο µέλλον, καθώς και επιδίκαση σχετικής αποζημίωσης. Σε περίπτωση ωστόσο που παρέλθει άπρακτο το διάστημα των τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση της απόφασης που κάνει δεκτό το σήμα της επιχείρησης, η τελευταία καθίσταται αποκλειστική δικαιούχος του εμπορικού σήματος, με εξουσία να παρεμποδίζει τον οιοδήποτε ανταγωνιστή της από την παράνομη χρήση του δικού της πλέον εμπορικού σήματος.

Ευρωπαϊκής κατοχύρωσης εμπορικού σήματος

Σε περίπτωση ευρωπαϊκής κατοχύρωσης, η κατοχύρωση ευρωπαϊκού σήματος παρέχει προστασία σε όλα τα σημερινά κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αρχικά, κατατίθεται αίτηση κατοχύρωσης του σήματος με σχετική λήψη αριθμού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εντός τριάντα (30) ημερών, κατατίθενται τα τέλη κατοχύρωσης (registration fees) σε σχετικό τραπεζικό λογαριασμό του Κοινοτικού Γραφείου στο Αλικάντε της Ισπανίας. Σε περίπτωση που δεν καταβληθούν εμπρόθεσμα, ως ημερομηνία κατάθεσης θεωρείται αυτή της κατάθεσης των τελών και όχι  της κατάθεσης της αίτησης. Εφόσον πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις αποδοχής της αίτησης, η τελευταία γίνεται αποδεκτή ή απορρίπτεται για λόγους απολύτου απαραδέκτου. Έπειτα, εξετάζεται η διαθεσιμότητα του συγκεκριμένου ευρωπαϊκού σήματος για τις συγκεκριμένες κλάσεις και εν συνεχεία ακολουθεί δημοσίευση της αποφάσεως. Στο στάδιο αυτό τρίτα μέρη δικαιούνται να εγείρουν αντιρρήσεις, οι οποίες επιλύονται συναινετικά μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών ή με την άσκηση ανακοπής (opposition).

Σε διεθνές επίπεδο, σύμφωνα με τη Συνθήκη της Μαδρίτης, δίνεται η δυνατότητα καταχώρησης ενός διεθνούς σήματος, το οποίο απαραιτήτως προηγουμένως έχει ήδη κατοχυρωθεί ή κατατεθεί προς κατοχύρωση σε εθνικό ή ευρωπαϊκό επίπεδο, σε όσες από τις 78 χώρες-μέλη επιθυμεί μία επιχείρηση. Η διαδικασία περιλαμβάνει κατάθεση σχετικής αίτησης στον αρμόδιο φορέα, τη WIPO (Word Intellectual Property Organization), που εδράζει στη Γενεύη της Ελβετίας.

Συνοψίζοντας, η κατοχύρωση του εμπορικού σήματος είναι «εκ των ων ουκ άνευ» μίας επιχείρησης, χαρίζοντάς της ταυτότητα στην αγορά. Η διαδικασία της κατοχύρωσης είναι ιδιαίτερα κρίσιμη, δεδομένου ότι προϋποθέτει μία ενδελεχή έρευνα ως προς τη διαθεσιμότητα του εμπορικού σήματος πριν την κατοχύρωση, ώστε να διασφαλιστεί ότι η τελευταία θα είναι επιτυχής καθώς και μία μεταγενέστερη της κατοχύρωσης περιοδική έρευνα των νέων κατοχυρώσεων, ώστε να αποφευχθεί η οποιαδήποτε προσπάθεια απομίμησης ή παραποίησης του εμπορικού σήματος από πιθανούς ανταγωνιστές. Κρίσιμη επίσης είναι η διατήρηση σε ισχύ του εμπορικού σήματος μίας επιχείρησης με περιοδική ανανέωση της προστασίας του ανά μία δεκαετία.


Πηγή δικηγορικό γραφείο ntova.gr