«Οι νέοι δεν θέλουν να δουλέψουν» ή απλώς δεν τους αφήνετε;
Τα τελευταία χρόνια ακούγεται ολοένα και συχνότερα από εργοδότες στη Λέσβο η φράση ότι «οι νέοι δεν θέλουν να δουλέψουν», ότι «βολεύονται με επιδόματα» ή ότι «δεν υπάρχει προσωπικό». Πίσω όμως από αυτή τη γενίκευση, κρύβεται μια πραγματικότητα που σπάνια ακούγεται δημόσια.
Πώς μπορεί ένας νέος να αποκτήσει προϋπηρεσία, όταν η ίδια η αγορά εργασίας δεν του δίνει ποτέ την ευκαιρία; Πώς μπορεί να εργαστεί νόμιμα, όταν σε αρκετές περιπτώσεις η παρανομία θεωρείται κανονικότητα;
Στην περιοχή της Καλλονής, αλλά και ευρύτερα στη Λέσβο, πολλοί νέοι περιγράφουν εργασιακές συνθήκες που δύσκολα θα έπρεπε να θεωρούνται αποδεκτές: οκτάωρη εργασία με 25 ευρώ μεροκάματο, μερική ασφάλιση για τέσσερις ώρες και τις υπόλοιπες «μαύρα», απαγόρευση χρήσης κάρτας εργασίας, ακόμη και απαιτήσεις επιστροφής του Δώρου Χριστουγέννων, με την απειλή της απόλυσης.
Δεν είναι μεμονωμένα περιστατικά. Υπάρχουν καταγγελίες για επιχειρήσεις στην Καλλονή που απασχολούν εργαζόμενους με εξαντλητικά ωράρια, ελλιπή ένσημα και αμοιβές που δεν επαρκούν ούτε για τα βασικά. Υπάρχουν επίσης αναφορές για συντονισμό μεταξύ καταστηματαρχών, όταν επίκειται έλεγχος από την Επιθεώρηση Εργασίας, ώστε όλοι να εμφανίζονται «καλυμμένοι».
Στις εποχικές δουλειές σε τουριστικές περιοχές όπως ο Μόλυβος και η Πέτρα, νέοι χωρίς προϋπηρεσία συχνά αποκλείονται εξαρχής. Η μόνη «ευκαιρία» που τους προσφέρεται είναι να αναλάβουν δουλειά για δύο ή τρία άτομα, χωρίς ρεπό, καθ’ όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού.
Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία νέας εργαζόμενης που δούλεψε «δοκιμαστικά» για έξι ημέρες σε γνωστό κατάστημα της προκυμαίας της Μυτιλήνης, χωρίς να πληρωθεί ούτε ένα ευρώ και χωρίς να ασφαλιστεί ποτέ. Όπως αναφέρει, μετά από αμέτρητα βιογραφικά και υποσχέσεις τύπου «θα σε ειδοποιήσουμε», η ειδοποίηση δεν ήρθε ποτέ.
Η λύση τελικά βρέθηκε μακριά από το νησί. Σεζόν στη Σαντορίνη, όπου –όπως σημειώνει– ο εργοδότης την ασφάλισε πριν καν φτάσει, ενώ βρισκόταν ακόμη στο πλοίο. Μια εμπειρία που αναδεικνύει τη διαφορά νοοτροπίας και πρακτικών.
Ανάλογες καταγγελίες υπάρχουν και για θέσεις εργασίας σε δομές και υπηρεσίες, όπου –σύμφωνα με μαρτυρίες– απαιτείται «μέσον», επικρατούν αποκλεισμοί και απολύσεις, ώστε να τοποθετηθούν «δικά τους άτομα».
Πολλοί νέοι συμβιβάζονται από ανάγκη. Άλλοι προσπαθούν όσο αντέχουν. Οι περισσότεροι όμως, όταν τους δοθεί η δυνατότητα, φεύγουν. Όχι γιατί δεν θέλουν να δουλέψουν, αλλά γιατί αρνούνται να δουλεύουν χωρίς αξιοπρέπεια.
Οι νέοι δεν εγκαταλείπουν τον τόπο τους από επιλογή.
Τους διώχνουν.
Το άρθρο αποτελεί προσωπική μαρτυρία αναγνώστριας και οι απόψεις που εκφράζονται ανήκουν αποκλειστικά στη συντάκτριά του.


ΓΡΑΨΤΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΑΣ