Απεβίωσε «H Ελληνική Ηχώ» της Ελλάδος και της Ομογένειας από την Ανεμωτια Ορέστης Δημητριάδης


«H Ελληνική Ηχώ» της Ελλάδος και της Ομογένειας

 

Απεβίωσε ο Ορέστης Δημητριάδης

 

Γεννήθηκε στο χωριό Ανεμώτια της Λέσβου κι ήταν τριών μόλις ημερών όταν πήραν τους πρόσφυγες και τους πήγαν στο Ναύπλιο κι από εκεί έπειτα από έξι μήνες στην Αθήνα.

Ηταν γόνος της Μικράς Ασίας. Με την γενοκτονία του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας από τους Τούρκους, η εγκυμονούσα μητέρα του ήταν ανάμεσα στους ξεριζωμένους μέσα στο καράβι της προσφυγιάς, αλλά ο καπετάνιος δεν ήθελε γεννητούρια μέσα στο καράβι και τους έβγαλε στη Μυτιλήνη.

Απεβίωσε σε ηλικία 99 ετών, πλήρης ημερών, εμπειριών και επιτυχιών, ο Ορέστης Δημητριάδης, στην οικία του, στο όμορφο και παραθαλάσσιο Κέιπ-Κοτ που τόσο αγαπούσε και συγκεκριμένα στην πόλη Γουέστ Γιάρμουθ όπου ζούσε τα τελευταία χρόνια με γαλήνη και ηρεμία. Υπήρξε επί μισό και πλέον αιώνα η γνώριμη ραδιοφωνική φωνή του Ελληνισμού της Βοστώνης και της Νέας Αγγλίας.

Ηταν η φωνή του αείμνηστου Ορέστη Δημητριάδη που γινόταν κάθε μέρα «η Ελληνική Ηχώ» της Ελλάδος και της Ομογένειας, ενώ σε καθημερινή βάση έκανε αναφορά στην ειδησεογραφία και αρθρογραφία του «Εθνικού Κήρυκα». Έπειτα από τη συνταξιοδότησή του το Ραδιοφωνικό Πρόγραμμα συνεχίζει ο γιος του, Θεόδωρος Δημητριάδης.

Ο αείμνηστος Ορέστης ήταν πάντοτε ευδιάθετος, χαμογελαστός, εύχαρις, μετέδιδε μέσω των ραδιοφωνικών του κυμάτων αυτή του την ευδιαθεσία και έφτιαχνε την ημέρα των ακροατών του, οι οποίοι τον άκουγαν με θρησκευτική ευλάβεια παντού όπου κι αν βρισκόταν, στο σπίτι, στο μαγαζί, στο αυτοκίνητο. Είχε γίνει παροιμιώδης η έκφραση πως «το είπε ο Δημητριάδης». Ήταν πραγματικά η ραδιοφωνική αυθεντία επί πολλές δεκαετίες.

Κι όταν ανάγκη εθνική χτυπούσε την Ελλάδα και τον Ελληνισμό, όπως η τουρκική εισβολή στην Κύπρο, ή ο σφετερισμός του ονόματος της Μακεδονίας από τους Σκοπιανούς, ο Ορέστης Δημητριάδης με την πατριωτική φωνή και συνείδηση ξεσήκωνε τον Ελληνισμό της Βοστώνης προς κινητοποιήσεις.

Τα τελευταία χρόνια, συνταξιούχος πια, περνούσε ημέρες ησυχίας και γαλήνης μαζί με την αγαπημένη του σύζυγο, την κ. Χλόη, στο παραθαλάσσιο και μαγευτικό Γουέστ Γιάρμουθ του Κέιπ-Κοτ, γευόμενος την αλμύρα της θάλασσας που τόσο αγαπούσε, αναπνέοντας τον καθαρό αέρα, απολάμβανε τον ήλιο και το φως «διαβάζοντας βιβλία και τον ‘Εθνικό Κήρυκα’», όπως μας είχε πει σε επίσκεψή μας πριν μερικά χρόνια.

Εκεί τον συναντήσαμε το μεσημέρι ενός Σαββάτου κι επέμενε να μας φιλέψει φρέσκο ψάρι και θαλασσινά σε εστιατόριο της αρεσκείας του, τονίζοντας πως «έχει τον καλύτερο αστακό». Ευδιάθετος, χαμογελαστός όπως πάντα, με ατέλειωτο χιούμορ. Με συγκροτημένη σκέψη και με τρομακτική ροή λόγου, παρά το προχωρημένο της ηλικίας του.

Επισκέφθηκαν με την κ. Χλόη το Κέιπ-Κοτ μια χρονιά το 1965 κι από τότε το αγάπησαν. «Ηταν καλοκαίρι και είπαμε γιατί δεν πάμε με τα παιδιά μέχρι το Κέιπ-Κοτ, το οποίο για μένα ήταν σχεδόν άγνωστο μέχρι τότε. Βρήκαμε ένα σπιτάκι λίγο πιο κάτω από εδώ που είμαστε τώρα και το νοικιάσαμε για τρεις εβδομάδες. Εγώ ερχόμουν κάθε Σαββατοκύριακο αλλά τα παιδιά έμειναν μαζί με τη Χλόη. Αλλά κι εγώ ευχαριστήθηκα διότι ήταν η πρώτη φορά που ήμουν διακοπές μαζί με τα παιδιά. Τον επόμενο χρόνο είπα να πάμε στο Κέιπ και να καθίσουμε για ενάμισι μήνα να πάρω κι εγώ μια άδεια για μια εβδομάδα και να καθίσουμε όλοι μαζί. Την προηγούμενη χρονιά είχαμε πληρώσει 90 δολάρια την εβδομάδα εκ των οποίων το 10% το πήρε ο κτηματομεσίτης και ο ιδιοκτήτης του σπιτιού πήρε 81 δολάρια. Του τηλεφώνησα και του είπα πως για τον ενάμισι μήνα θα σου δώσω 500 δολάρια, αλλά μου είπε ότι θέλω 125 δολάρια το λιγότερο την εβδομάδα. Νευρίασα, μ’ έπιασε το ελληνικό και είπα πάμε να αγοράσουμε κι έτσι βρεθήκαμε εδώ σ’ αυτό το σπίτι, κι είπα σε περίπτωση που μου δώσει ο Θεός αρκετές μέρες να ζήσω θέλω εκεί να περάσω τα γηρατειά μου, κι έτσι μόνιμα μένουμε εδώ από το 1999» μας είπε.

Ηταν γόνος της Μικράς Ασίας. Με την γενοκτονία του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας από τους Τούρκους, η εγκυμονούσα μητέρα του ήταν ανάμεσα στους ξεριζωμένους μέσα στο καράβι της προσφυγιάς, αλλά ο καπετάνιος δεν ήθελε γεννητούρια μέσα στο καράβι και τους έβγαλε στη Μυτιλήνη. Γεννήθηκε στο χωριό Ανεμώτια της Λέσβου κι ήταν τριών μόλις ημερών όταν πήραν τους πρόσφυγες και τους πήγαν στο Ναύπλιο κι από εκεί έπειτα από έξι μήνες στην Αθήνα. Ο πατέρας του είχε μείνει πίσω στη Μικρά Ασία πολεμιστής στο στρατό, πληροφορήθηκε για τη φυγή της συζύγου του, πήρε άδεια λίγες μέρες να πάει να την βρει, φόρεσε και μία στολή παριστάνοντας τον Τούρκο, αλλά κάποιος τον πρόδωσε «κι από τότε ούτε με είδε ούτε τον είδα», είπε.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες ήλθε το 1951 με το πλοίο «Λαγκουάρντια», που ήταν και το τελευταίο του ταξίδι διότι το έβγαλαν άχρηστο «και κοντεύαμε να βουλιάξουμε στο δρόμο», είπε χαμογελώντας. Είχε γίνει δεκτός ως φοιτητής στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης, στο οποίο και σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων. Εκτός από το Ραδιοφωνικό Πρόγραμμα διετέλεσε και ιδιοκτήτης του ταξιδιωτικού γραφείου «Orbit Travel» της Βοστώνης.

Η συζήτησή μας με τον αείμνηστο φίλο Ορέστη συνεχιζόταν ασταμάτητη καθήμενοι πλάι πλάι στο εστιατόριο κι αγναντεύοντας τα γαλάζια πλάτη της θάλασσας. Η καθαρότητα της σκέψης του είναι εκπληκτική. Η ενημέρωσή του σ’ άφηνε άφωνο. Καθημερινός του φίλος και επισκέπτης ο «Εθνικός Κήρυκας».

Είχαμε πιάσει κουβεντολόι για πολλά και διάφορα. Για την Ομογένεια, για την Ελλάδα για το Πατριαρχείο, για το οποίο ήθελε να μάθει κάποιες λεπτομέρειες γύρω από τη λειτουργία του γενικώς.

Ο αείμνηστος Ορέστης Δημητριάδης ήταν η ζωντανή ιστορία του Ελληνισμού της Βοστώνης. Σοφός πραγματικά άνθρωπος και με έμφυτη καλοσύνη. Θυμόταν όλους και όλα και πάντοτε έχει έναν καλό λόγο να πει για όλους.

Ανανεώσαμε την υπόσχεση ότι θα συναντηθούμε και πάλι για να συνεχίσουμε την συνομιλία μας, αλλά το ξέσπασμα της πανδημίας δεν το επέτρεψε κι εκείνος τώρα «έφυγε» πια.

Καταλείπει την αγαπημένη του σύζυγο επί 69 χρόνια, Χλόη, τα παιδιά και τα εγγόνια του. Το σκήνωμά του θα τεθεί σε κοινό προσκύνημα στον ιερό ναό των Ταξιαρχών του Γουότερτουν Μασαχουσέτης το Σάββατο 14 Αυγούστου στις 11 το πρωί και θα ακολουθήσει η Εξόδιος Ακολουθία στις 12. Ο ενταφιασμός του θα γίνει στο κοιμητήριο Mt. Auburn Cemetery.