Η Λέσβος στην Επανάσταση του 1821

Η γεωγραφική θέση της Λέσβου αλλά και η σημασία που της απέδιδαν οι Τούρκοι για την ασφάλεια της οθωμανικής αυτοκρατορίας δεν επέτρεψαν στο νησί να κινητοποιηθεί αμέσως με την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.

Το λιμάνι της Μυτιλήνης, που απ’ τον προηγούμενο αιώνα είχε γίνει απ’ τις πιο σημαντικές βάσεις του τουρκικού στόλου, χρησίμευσε από το 1821 τόσο σαν ορμητήριο όσο και σαν καταφύγιό του, δεδομένης της δράσης του στο Αιγαίο.
Η Ερεσός πρώτη δίνει το παρόν στον αγώνα, στην ιστορική ακρογιαλιά της, όπου κάποτε άραζαν τα πλοία του φημισμένου στόλου της, λαμβάνει χώρα το πρώτο ναυτικό γεγονός: η πυρπόληση του σουλτανικού δίκροτου, του ξακουστού «Φερμάντιγνεμέζ» από τον Παπανικολή στις 27 Μαΐου 1821.

Ο Ιγν. Παπάζογλου παραθέτει για το κατόρθωμα αυτό δυο αυθεντικές μαρτυρίες. [1]Η μια από εκκλησιαστικό βιβλίο του Ιερού ναού της Παναγίας λέγει: «Σακελλάριος Παπά Εμμανουήλ 1821 Μαϊου 27 ημέρα Παρασκευή, εκάγη το καράβι το πεϊλίδικο εδώ εις την Ερεσόν κάτω, το οποίον ήτο μεγάλο καλπάκι καλντιράν, είχε άνθρωποι μέσα έως επτακόσιοι και μόλις εγλύτωσαν οι διακόσιοι τους δε λοιπούς τους εχάλασαν κάτω οι κλέπται και μερικοί επνίγησαν εις την θάλασσαν. Μετά δε ημέρας οκτώ ήλθανε πάλι τέσσερα καράβια από τα ίδια και εξεγύμνωσαν το καράβι αυτό, επήραν και τα τόπια του και οι χωριανοί χριστιανοί έφυγαν εις τα βουνά δια να γλυτώσουν.»

Η άλλη από βιβλίο κάποιου πρόκριτου Ερεσιώτη, αυτόπτη μάρτυρα της καταστροφής: «Την ιδίαν ημέραν που κάγηκε το μπιγλίδικο το καράβι κι άνθρωποι από το καράβι φεύγοντας ευρήκαν τον πατέρα μου και τον εσκότωσαν και μαθαίνοντας επήγαμε από τις προεστοί και το κονάκι δια να πάρωμεν άγδειαν μάλιστα μας έδωσε και άνθρωπόν του ένα αράπη. Θάφτοντάς τον στέλνει ο Μουσταφά Αγάς και με βάνει στη φυλακή ημέρες οκτώ και μου πήρε τσιριμέ ορφλάν γρόσια 923 μου πήρε και ο παραμπέγης γρόσια 250».

Το γεγονός αυτό στην Ερεσό δίνει την αφορμή για τη γνωστή σφαγή στο Αϊβαλί και στο Μοσχονήσι στις πρώτες μέρες του Ιουνίου, αλλά και στη σφαγή Μυτιληνιών χριστιανών τη μέρα της πυρπόλησης του δίκροτου, γνωστή ως «μεγάλο τζουλούσι».

Σύμφωνα με Κώδικα της Μητρόπολης Μυτιλήνης, την Πέμπτη 27 Μαΐου 1821 σφάχτηκαν στην αγορά της Μυτιλήνης 43 χριστιανοί και λεηλατήθηκαν σπίτια και μαγαζιά. Ακόμα δυο σκοτώθηκαν στην περιοχή Κεραμειών. Όλοι τους από εξαγριωμένα μπουλούκια άτακτων από την ασιατική ακτή, τους γνωστούς βασιβουζούκους, με τους οποίους είχε ενισχυθεί δεδομένης της ελληνικής επανάστασης η φρουρά της Μυτιλήνης.

Τις ίδιες μέρες, στον συνήθη εκτός κάστρου τόπο εκτελέσεων στην περιοχή της Παπτσούδας, όπου σήμερα η οδός Διονυσίου, εκτελούνται με απαγχονισμό από όργανα της Οθωμανικής Αρχής οι Φιλικοί Γιαννάκης Λεμονής ή Κοντογδής και Χατζηγρηγόρης Ιωάννου [2]

Στην κρίσιμη αυτή στιγμή για τους Έλληνες ενεφανίσθη ο Μουσταφά Αγάς Κουλαξίζης, που βγήκε στους δρόμους και καθησύχασε τον εξαγριωμένο Τουρκικό όχλο, σταμάτησε το κακό κι έσωσε τους Μυτιληναίους ραγιάδες από βέβαιη γενική σφαγή. Λόγω αυτού κυρίως του ρόλου του Μουσταφά Αγά στη διάρκεια της σφαγής μεταξύ των χριστιανών του νησιού δημιουργείται ο μύθος του «φιλοραγιά» Μουσταφά. [3]

Τότε, οι ραγιάδες της Μυτιλήνης ζήτησαν με κρυφή αναφορά, την οποία υπέγραψαν και μερικοί ντόπιοι σημαίνοντες Τούρκοι για διοικητή τους τον Τούρκο συμπατριώτη τους, Μουσταφά Αγά Κουλαξίζη. Πραγματικά, με φιρμάνι στις αρχές τού 1922 ο σουλτάνος διορίζει ως Ναζίρ Αγά τον Μουσταφά Κουλαξίζη. Το ναζιράτο του περιελάμβανε τη Λέσβο, το Αϊβαλί, το Μοσχονήσι και τα άλλα νησιά, το Αγιασμάτ και την περιφέρεια Αδραμυττίου.

Όπως σημειώνει ο Σ. Μπαλάσκας, σε όλη τη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης, ο Μουσταφά Αγάς «ισορροπεί» μεταξύ των δυο σύνοικων στοιχείων του νησιού, των Ελλήνων και των Τούρκων, πάντα όμως σε όφελος των προσωπικών του συμφερόντων. Περιτειχίζει τη Μυτιλήνη για να την προστατεύσει δήθεν από Έλληνες αντάρτες στα βουνά του νησιού και Λέσβιους και Αϊβαλιώτες, που στη διάρκεια των γεγονότων τού 1821 διέφυγαν στις Κυκλάδες. Από την άλλη, με έξοδά του στέλνει στις απέναντι ακτές τους Τούρκους βασιβουζούκους. Ακόμα συμφιλιώνει τους φίλους με την επανάσταση Μυτιληνιούς με τους συντηρητικούς συμπατριώτες τους.

Την εποχή αυτή προβάλλεται στην ιστορία της Λέσβου η συμπαθητική φυσιογνωμία του Παλαιολόγου Λεμονή από τη Μυτιλήνη, έμπορος με μεγάλη επιτυχία στην Κωνσταντινούπολη και Οδησσό.

Ο Παλαιολόγος Λεμονής μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Εμμανουήλ Ξάνθο και ενστερνίστηκε τον σκοπό της Εταιρείας ως ιεραποστολή. Έρχεται στη Μυτιλήνη και οργανώνει την πρώτη ομάδα Φιλικών. Στη συνέχεια επιστρέφει στη Ρωσία και ακολουθεί τον Αλέξανδρο Υψηλάντη στο Δραγατσάνι. Μετά την καταστροφή του Ιερού Λόχου κατεβαίνει στην επαναστατημένη Ελλάδα, ενώ στη Μυτιλήνη οι Τούρκοι κρεμάνε τον αδερφό και τον γαμπρό του, προκρίτους της πόλης, μυημένους στη Φιλική από κείνον. [4]

Επίμονος αγωνιστής ο Π. Λεμονής προσπαθεί από την Τήνο να συγκροτήσει ένα εκστρατευτικό σώμα από φυγάδες Λέσβιους για να ελευθερώσουν το νησί. Γράφει συνεχώς στην Κυβέρνηση και, όταν εκείνοι με τη φωνή της λογικής του απαντούν πως το σχέδιο του θα είναι καταστρεπτικό για τους ίδιους και τον πληθυσμό της Λέσβου, καταφέρεται βίαια εναντίον των αρχών, ώσπου αποφασίζεται η απέλασή του, που όμως την προλαβαίνει μια μεγάλη επιδημία στην Τήνο, θύμα της οποίας υπήρξε και ο Π. Λεμονής.



Ι. Παπάζογλου, Ιστορία της Ερεσού, Αθήνα, 1981, σ. 103-4
Π. Ι. Σαμάρα «Η Μυτιλήνη στον ΙΘ΄ αιώνα», Ποιμήν Μυτιλήνης, τεύχος Οκτ./Νοεμ. 1941, σ. 170 και
Π. Ι. Σαμάρα, Κουλαξίζηδες, Μυτιλήνη 1946, σσ. 8 - 9
Σχετικές πληροφορίες στο άρθρο του Στρατή Μπαλάσκα «Η Αγιάσος, η Επανάσταση του 1821 και η φαμίλια των Κουλαξίζηδων», εφημ. ΕΜΠΡΟΣ, 13 Απριλίου 2012

Ι.Δ.Κοντή, Λεσβιακό πολύπτυχο, από την ιστορία, την τέχνη και τη λογοτεχνία, Αιολίδα, β΄εκδ. 2011, σ. 186-8